ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Παρασκευή, Απριλίου 29, 2011

«Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή».



...

Ακούγεται ίσως παράξενα η προτροπή για αγαλλίαση σε μια εποχή και σε μια περιοχή οπού γύρω ο θάνατος χορεύει με τον πιο κυνικό τρόπο, με την κλαγγή των οπλών και τον θρήνο των διωκομένων. Αυτόν τον καιρό η πραγματικότητα που μας κυκλώνει είναι καταθλιπτική. Πυρκαγιά πολέμου, προσφυγιά, ανέχεια, αβεβαιότητα, απόγνωση. Παραταύτα, η ανέσπερη ημέρα της Αναστάσεως, «αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος», είναι για μας αστείρευτη πηγή εσωτερικής χαράς. Σε οποιεσδήποτε συνθήκες, παραμένουμε «Εκκλησία [...] αγγελλομένη εν τω πά­θει του Κυρίου [...] και εν τη αναστάσει αυτού» (Αγ. Ιγνάτιος)· Εκκλησία που δέεται και αγωνίζεται για την ειρήνη του σύμπαντος κόσμου.
Μέσα στη βαριά ατμόσφαιρα που ζούμε, έχουμε ανάγκη από μια βαθιά αναπνοή ειρηνικής ευφροσύνης. Η καλύτερη αντίσταση σ’ αυτή τη χαοτική σύγχυση είναι η μυστική αγαλλίαση του Πάσχα. Δεν αγνοούμε την πραγματικότητα. Την υπερβαίνουμε με το φως που ακτινοβολεί η Ανάσταση, με την ειρήνη που αυτή δίνει στις ψυχές, με τη βεβαιότητα ότι οι δυνάμεις του σκότους, της βίας, της υποκρισίας και της αδικίας θα ανατραπούν και θα νικηθούν με τη δύναμη του Θεού. Τον Ιησού Χριστό τον κάρφωσαν στο σταυρό «δια χειρών ανόμων)). «Ό Θεός όμως τον ανέστησε, ελευθερώνοντάς τον από τα δεσμά του θανάτου, γιατί ήταν αδύνατο να τον κρατήσει ο θάνατος». Μιλώντας προφητικά ο Δαυίδ για την ανάσταση του Χριστού διαβεβαίωνε ότι «ούτε εγκαταλείφθηκε στον άδη, ούτε το σώμα του γνώρισε φθορά». Το Πάσχα πανηγυρίζουμε τη συντριβή του κράτους του θανάτου, του ανελέητου εχθρού του ανθρώπου. Με το Χριστός Ανέστη γιορτάζουμε το σημαντικότερο γεγονός της ιστορίας, που αφορά στο βάθος, το νόημα, το μέλλον της υπάρξεως του ανθρώπου.

Μπορεί ποικίλες προεκτάσεις του θανάτου να μας κυκλώνουν με τα πιο παράξενα και πολύμορφα προσωπεία τους, με την άδικη καταπίεση, την εξουθενωτική ένδεια, τα απροσδόκητα δεινά. Παραταύτα, μέσα στο φως της Αναστάσεως όλα αυτά μεταμορφώνονται και μπορούν να ξεπερασθούν. «Μην παραξενεύεστε για τη φοβερή δοκιμασία με την οποία δοκιμάζεσθε», συμβουλεύει ο απόστολος Πέτρος. «Αντίθετα να χαίρεστε που συμμετέχετε στα παθήματα του Χριστού, γιατί έτσι θα γεμίσετε χαρά και αγαλλίαση όταν αποκαλυφθεί η δόξα Του» (Α’Πετρ. 4:12-13)· Και σε ώρες σκληρού διωγμού, βεβαιώνει: ο Θεός «που από μεγάλη ευσπλαχνία μας ξαναγέννησε σε μια καινούργια ζωή με την ανάσταση του Ιησού Χριστού», μας δίνει τη δυνατότητα να ελπίζουμε πραγματικά, μας περιφρουρεί με τη δύναμή του «ωσότου έρθει η σωτηρία, που είναι ήδη έτοιμη να φανερωθεί κατά τους έσχατους χρόνους. Με τη σκέψη αυτή να αισθάνεστε αγαλλίαση, έστω και αν χρειαστεί προς το παρόν να στενοχωρηθείτε για λίγο από ποικίλες δοκιμασίες» (Α’ Πετρ. 1:3-6).

Ο Χριστός έρχεται, μετά την κάθοδό Του στον άδη, να μας αναστήσει από τον πολύμορφο άδη των βασανιστικών κοινωνικών και ψυχολογικών πιέσεων. Η «εις Άδου κάθοδος» του Χριστού διακηρύττει την οριστική κατάλυση του θανάτου και έχει γίνει σύμβολο της Αναστάσεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κάθε πιστός που συνδέεται με τον παθόντα και αναστάντα Χριστό, ζει στην προσωπική του ζωή την εμπειρία του ψαλμωδού: «Δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη, [...]μου έδειξες τον δρόμο προς τη ζωή. Θα με γεμίσεις ευφροσύνη όταν θα είμαι κοντά σου» (Πράξ. 2:27-28 – Ψαλμ. 15:10-11). Στηριγμένοι στην αδιάκοπη παρουσία του αναστά­ντος Κυρίου, μπορούμε και στις πιο οδυνηρές συνθήκες να ψάλλουμε: «Ω θείας, ω φίλης, ω γλυ­κυτάτης σου φωνής. Μεθ’ ημών αψευδώς γαρ επηγγείλω έσεσθαι, μέχρι τερμάτων αιώνων, Χριστέ· ην οι πιστοί άγκυραν ελπίδος κατέχο­ντες, αγαλλόμεθα». Η Ανάσταση αποτελεί πρόγευση της τελικής νίκης του Θεού της αγάπης στα έσχατα. Φέρνει το μέλλον εντός μας και, με την εξαγιαστική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στο μυστήριο της Εκκλησίας, το κάνει παρόν.

Ασφαλώς, όλη αυτή η βεβαιότητα στηρίζεται στην πίστη και στη βιωματική προσωπική σχέση με τον αναστάντα Χριστό. Στην καθαρή, διάφανη αλήθεια, που αιώνες τώρα διακηρύσσει το Ευαγγέλιο: Ανέστη Χριστός! Βεβαιότητα που συμμερίζονται δισεκατομμύρια ανθρώπων σε όλους τους αιώνες. Αυτή αποτελεί το χαρακτηριστικό του χριστιανικού βιώματος, που προσδιορίζει και αδιάκοπα αναγεννά τον πιστό.

Αναντίρρητα, αυτή την πίστη την αποδέχεται, ή την απορρίπτει κανείς ελεύθερα. Όσοι τη δεχόμαστε, μαζί με την αγαλλίαση καλούμεθα να στοχασθούμε βαθύτερα το νόημα της, τις συνέπειες της στη ζωή μας, μέσα σε κλίμα δοξολογικό και να μεταφέρουμε την ελπίδα και την πνοή της Αναστάσεως στους χώρους στους οποίους κινούμεθα. Αλλά και όσοι δυσκολεύονται να την αποδεχθούν, μπορούν να αναπνεύσουν στην ατμόσφαιρα της χαράς αυτής που εκπέμπει το Πάσχα. Η αγαλλίαση της Αναστάσεως έχει τη δύναμη να αγγίζει τις ψυχές και όσων βρίσκονται, ή νομίζουν ότι βρίσκονται μακριά.

«Δεύτε αγαλλιασώμεθα τω Κυρίω [...] τω φωτίσαντι ανθρώπων το γένος». Το φώς της Αναστάσεως δεν περιορίζεται να θερμαίνει και να ζωογονεί ορισμένες μόνο ανθρώπινες ψυχές. Ο αναστάς Κύριος φωτίζει τους πάντες και τα πάντα. Το Πάθος και η Ανάσταση του Χριστού έριξαν φως στη ζωή του ανθρωπίνου γένους σε όλες τις εποχές· το φως τους διαπέρνα, τις ενδόμυχες ανησυχίες και αναζητήσεις των ανθρώπων απαλύνει τις πίκρες και τις αγωνίες μας. Το ανέσπερο φως που ακτινοβολεί το Πάσχα ανοίγει μπροστά μας έναν απέραντο διάφανο ορίζοντα, για να δούμε πιο πέρα από τα άμεσα που μας πιέζουν. Οι συνέπειες της αναστάσεως του Χριστού εκτείνονται όχι μόνο στην ανθρωπότητα αλλά και σ’ ολόκληρη τη δημιουργία.

«Αύτη η ήμερα ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή». Η αναστάσιμη ευφροσύνη βιώνεται και ακτινοβολεί ανεξάρτητα από τον ευμενή ή δυσμενή περίγυρο, ακόμη και σε συνθήκες φτώχειας, αρρώστιας, κατατρεγμού, πολέμου, και αβεβαιότητος. Είναι εσωτερική, ελεύθερη, ακατάβλητη. Και την έχουμε άμεση ανάγκη ακριβώς τώρα που όλα έχουν βαλθεί να μας πνίξουν μέσα στις αναθυμιάσεις του θανάτου. Η χαρά αυτή πολλαπλασιάζεται την ώρα που προσφέρει αγάπη εκεί που περισσεύει το μίσος, ελπίδα εκεί που δεσπόζει η απόγνωση. Δεύτε λοιπόν «αγαλλιάσω­μεθα τω Κυρίω, τω συντρίψαντι θανάτου το κράτος και φωτίσαντι ανθρώπων το γένος». Ας αντλήσουμε θάρρος ζώντας την αγαλλίαση της Εκκλησίας μας, παρά τα καταπιεστικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, παρά τις δοκιμασίες που περνούμε. Ο αναστάς Χριστός έχει τη δύναμη να διαλύει κάθε σκιά του άδη· να συντρίβει το κράτος του θανάτου που φέρνει η βία, η αδικία, η αλαζονεία και η μανία της καταστροφής. Αυτός προσφέρει ανέσπερο φως σε όσους Τον πιστεύουν και Τον αγαπούν.

Χριστός Ανέστη, αδελφοί μου. Ευφρόσυνο Πάσχα για όλους. Με πρόθυμη προσφορά αγάπης και με χαρούμενη αντοχή.

(Αναστασίου Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας, «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός», εκδ. Μαΐστρος) 
 
 
 
 
enoria agion panton makedonitissa

Δευτέρα, Απριλίου 25, 2011

Η ελληνική ορθόδοξη Ανάσταση


Φ. Κόντογλου, Φ. Κόντογλου -5 μελετήματα για τον πεζογράφο καί τον καλλιτέχνη,
εκδ. Κριτικών φύλλων, επιμ. Ι. Μ. Χατζηφώτη,
Αθήνα 1975, σελ. 45-51
Όλα όσα γίνουνται στον κόσμο, γίνουνται και ξαναγίνουνται πολλές φορές τα ίδια· μονάχα ένα πράγμα έγινε μόνο μια φορά και δεν θα ξαναγίνει πια, η Ανάσταση του Χριστού. Αυτό είναι το μοναδικό θαΰμα των θαυμάτων, το «ἄφραστον θαῦμα», που αναποδογύρισε τον κόσμο, κ' έδωσε ελπίδα στο απελπισμένο γένος των ανθρώπων. Με την Ανάσταση του Χριστού μας προσκάλεσε να πιστέψουμε στην αφθαρσία ο Θεός ο «ζωοποιῶν τούς νεκρούς καί καλῶν τά μή ὄντα ὡς ὄντα». Κι' όπως λέγει πάλι ο Παύλος: «πιστός ὁ καλῶν ὑμάς, ὅς καί ποιήσει». Όποιος δεν πιστεύει στην Ανάσταση του Χρίστου, ψέμματα λέγει πως πιστεύει σ' αυτόν τον βασιλέα της αθανασίας, κατά τον απόστολο Παύλο που λέγει: «εἰ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται, κενόν τό κήρυγμα ἡμών, κενή δέ καί ἡ πίστις ἡμῶν».
Η βάση λοιπόν και το θεμέλιον της θρησκείας μας είναι η Ανάσταση του Χριστοῦ. Κι' η ορθοδοξία που την έχει την Ανάσταση «ἑορτῶν ἑορτήν καί πανήγυριν πανηγύρεων» έχει την αληθινή και την απλή και την ασάλευτη πίστη, και δεν κατάντησε να γίνει ένα κοσμικό ηθικό σύστηστημα, όπως γίνηκε αλλού, και που κατά δυστυχία σ' αυτό ξεπέφτει κ' η δική μας Ορθοδοξία, όσο ολοένα λείπει η πίστη. Για τούτο, στην ορθόδοξη Εκκλησία μας γινήκανε λογής θρησκευτικά έργα για να τιμηθεί η Ανάσταση του Χριστού με κάθε τι έμορφο κι' αγνό που έχει μέσα της η καρδιά τ' ανθρώπου. Αυτά τα έργα είναι τα έργα της υμνωδίας, της αγιογραφίας και της ψαλμωδίας, τα μυρίπνοα άνθη, που όσο σιναχώνονται οι πνευματικές μας αισθήσεις, τόσο δεν νοιώθουμε τη μυρουδιά τους. Αυτά, τα λέγω και τα ξαναλέγω, τόσο που βαρέθηκα. Στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα. Λοιπόν ας σταθώ ίσαμε δω, κι' ας γράψω, για τα έργα τα ίδα, κι' όποιος βρεθεί κατά τύχη να τα νοιώθει, ας ευχαριστήσει τον Θεό που φώτισε εκείνους τους ευλαβείς ανθρώπους να τα κάνουνε.
Οι ύμνοι που λένε στην εκκλησία κατά την Κυριακή του Πάσχα είναι, θαρώ, από τα πιο υψηλά κι' από τα πιο πνευματικά έργα της ορθοδοξίας. Ο κανόνας του Πάσχα είναι ποίημα του Ιωάννου Δαμάσκηνου, κι' ο Ειρμός της α' Ωδής είναι τούτος: «Ἀναστάσεως ἡμέρα · λαμπρυνθῶμεν λαοί. Πάσχα, Κυρίου Πάσχα. Ἐκ γάρ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν Χριστός ὁ Θεός ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ἄδοντας».
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ήτανε, όπως δείχνει τονομά του, από τη Δαμασκό, το γένος Σύρος, γεννήθηκε δηλαδή στην πολιτεία που φανερώθηκε ο Χριστός στον Παύλο οπού κατάτρεχε τη θρησκεία του, και στράβωσε τα σωματικά του μάτια για να του ανοίξει τα πνευματικά και να γίνει απόστολός του.Λοιπόν ο Ιωάννης μικρός είχε κλίση στα θρησκευτικά, μ' όλο που ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει άρχοντα, γιατί κι' αυτός ήτανε επίσημος άνθρωπος κ' είχε μεγάλο αξίωμα στο παλάτι του μωχαμετάνου αμιρά της Συρίας, τον καιρό που βασίλευε στη Κωνσταντινούπολη ο Λέοντας ο Ίσαυρος. Και για να πάρει ο γυιός του μεγάλη σπουδή, ήθελε να βρει κάποιον πολύξερο δάσκαλο να τον παραδώσει στα χέρια του. Μια μέρα έμαθε πως οι σαρακηνοί είχανε πάγει στη Δαμασκό κάμποσους χριστιανούς πιασμένους σκλάβους στον πόλεμο, και πως πούλησανε όσους μπορέσανε και πως τους άλλους θέλανε να τους σκοτώσουνε, αφού δεν τους αγόραζε κανένας. Πήγε λοιπόν για να γλυτώσει όσους μπορέσει, και φτάνοντας στο παζάρι είδε έναν σκλάβο δεμένον να κείτεται σαν πεθαμένος, και πήγε κοντά του και τον ρώτησε από πού είναι. Κι' ο σκλάβος του είπε πως ήτανε από την Ιταλία και πως τον λέγανε Κοσμά και πως ήταν καλόγερος. Κ' επειδή δάκρυσε, γύρισε κ' είπε στον πατέρα του Ιωάννη: «Με βλέπεις πως δακρύζω· δεν το κάνω γιατί θα χάσω τούτον τον ψεύτικο τον κόσμο, αφού είμαι καλόγερος, πλην κλαίγω γιατί έμαθα την πάσα γνώση και φιλοσοφία, τη ρητορική, την αριθμητική, τη γεωμετρία κι' απάνω απ' όλα τη μουσική της εκκλησίας που κάνει την ψυχή να πετά στα ουράνια, και κοντά σ' αυτά σπούδασα και τη θεολογία, και θλίβομαι γιατί θα τα πάρω μαζί μου δίχως να τα διδάξω σε κάποιον άξιο μαθητή. Τότες ο άρχοντας κατάλαβε πως ο Θεός του έστειλε κείνον τον Κοσμά για να γίνει δάσκαλος του γυιού του, και τον αγόρασε μαζί μ' άλλους σκλάβους. Και τους μεν άλλους τους λευτέρωσε να πάνε όπου θέλανε, μα τον Κοσμά τον επήρε στο σπίτι του και τον έντυσε καλά ράσα και τον είχε σε κάθε τιμή και τον κατάστησε δάσκαλο του μοναχογυιού του Ιωάννη. Αλλά είχε κ' ένα άλλο παιδί ψυχοπαίδι που το λέγανε Κοσμά, από τα Ιεροσόλυμα, και τ' αγαπούσε όσα με το παιδί του και δεν το ξεχώριζε σε τίποτα από τον Ιωάννη. Λοιπόν τους
δίδαχνε και τους δυό εκείνος ο άγιος άνθρωπος με πολύν πόθο, μα και κείνοι τύχανε κι' οι δυό καλές και βλογημένες ψυχές, και ρουφούσανε από τα χείλια του όσα τους έλεγε, τόσο, που σε λίγα χρόνια γενήκανε τέλειοι σε όλα τα θεωρητικά, αλλά προπάντων στα θεολογικά, επειδή κ' οι δυό αγαπούσανε οι καλότυχοι παραπάνω από όλα τη θρησκεία του Χριστού. Για τούτο, μ' όλο που θέλανε οι γονιοί τους να τους κάνουνε αφεντάδες, πήγανε στο μοναστήρι του αγίου Σάββα και καλογερέψανε, και ζήσανε μακρυά από τον κόσμο. Το εργόχειρο τους ήτανε να καλλιγραφούνε βιβλία και να ταιριάζουνε ύμνους και τροπάρια, ψέλνοντας τα, επειδής ήτανε και μουσικοί άριστοι. Ανάμεσα σε άλλα, ο Ιωάννης σύνθεσε και την Οκτώηχον που τη ψέλνουμε σ' όλες τις εκκλησιές της ορθοδοξίας ολόγυρις ο χρόνος. Πολλές υμνωδίες είναι συνθεμένες κι' από τους δυό αντάμα, γιατί αυτό τ' αγιασμένο ζευγάρι ζούσε πολύ αγαπημένα σαν νάτανε πουλιά του Θεού που κελαηδούσανε για τη δόξα του. Μα ήρθε ώρα και χωρισθήκανε άθελά τους, γιατί ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων χειροτόνησε τον Κοσμά δεσπότη και τον έστειλε σε μία πολιτεία της Παλαιστίνης που τη λέγανε Μαϊουμά, κ' εκεί κοιμήθηκε βαθύγερος. Ο δε Ιωάννης απόμεινε στο μοναστήρι του αγίου Σάββα, κ' έζησε με άσκηση, γράφοντας πλήθος ορθοδοξώτατα βιβλία, αγρυπνώντας στο μικρό κελλί του που ήτανε σκαμμένο μέσα στον βράχο και που σώζεται ως τα σήμερα. Ανάμεσα λοιπόν στα πολλά που σύνθεσε, είναι κι' ο κανόνας του Πάσχα που είπαμε παραπάνω, γραμμένος με εξαίσιο πνευματικόν οίστρο. Η ιστορία λέγει πως κι' οι δυό τούτοι άγιοι υμνωδοί είχανε γραμμένον από έναν κανόνα για το Πάσχα, όπως συνειθίζανε να κάνουνε, αλλά σ' αυτή την περίσταση δουλέψανε χωριστά, και σαν τελειώσανε το γράψιξο, πιάσανε και ψέλνανε ο καθένας τον δικό του κανόνα για να τον ακούσει ο άλλος και πως σαν έφτασε ο Ιωάννης στο δεύτερο τροπάρι της γ' ωδής που λέγει: «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια...», ο Κοσμάς τον αγκάλιασε με δάκρυα λέγοντάς του: Αδελφέ μου Ιωάννη, νικήθηκα και το μολογώ! Κ' έσκισε το χειρόγραφό του, κ' απόμεινε ο κανόνας του Ιωάννη, κι' από τότε ψέλνεται σ' όλη την ορθόδοξη Χριστιανωσύνη.
Από τους άλλους ειρμούς εξαίσιος είναι κι' ο ειρμός της δ' ωδής, που είναι εμπνευσμένος από την προφητεία του Αββακούμ, και λέγει: «Ἐπί τῆς θείας φυλακῆς ὁ θεηγόρος Ἀββακούμ στήτω μεθ ' ἡμῶν καί δεικνύτω φαεσφόρον ἄγγελον διαπρυσίως λέγοντα : Σήμερον σωτηρία τῷ κόσμῳ ὅτι ἀνέστη Χριστός ὡς παντοδύναμος». Ακόμα πιο συγκινητικός είναι ο ειρμός της ε' ωδής που λέγει: «Ὀρθρίσωμεν ὄρθρου βαθέος καί ἀντί μύρου τόν ὕμνον προσοίσωμεν τῷ Δεσπότῃ · καί Χριστόν ὀψόμεθα, δικαιοσύνης ἥλιον, πᾶσι ζωήν ἀνατέλλοντα». Ο υμνωδός παίρνει αφορμή από τις μυροφόρες γυναίκες που πήγανε ν' αλείψουμε
με μύρα το Χριστό και λέγει πως εμείς οι ανάξιοι δε μπορούμε να πάμε στον τάφο του Χριστού να αλείψουμε το άχραντο σώμα του με αλόη και με σμύρνα. Λοιπόν τουλάχιστο ας σηκωθούμε πρωί πρωί κι' ας Τον δοξολογήσουμε με ύμνους: «καί ἀντί μύρου τόν ὕμνον προσοίσωμεν τῷ Δεσπότῃ». Το πρώτο τροπάρι της η' ωδής λέγει: «Δεῦτε τοῦ καινοῦ τῆς ἀμπέλου γεννήματας, τῆς θείας εὐφροσύνης ἐν τῇ εὐσήμῳ ἡμέρᾳ τῆς ἐγέρσεως, βασιλείας τε Χριστοῦ κοινωνήσωμεν, ὑμνοῦντες αὐτόν ὡς Θεόν εἰς τούς αἰῶνας». Είναι εμπνευσμένο από τα λόγια που είπε ο Χριστός στους μαθητάδες του, κατά τον Μυστικό Δείπνο που έκανε μαζί τους το Πάσχα: «Καί λαβών τό ποτήριον εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς, καί ἔπιον ἐξ αὐτοῦ πάντες · καί εἶπεν αὐτοῖς · τοῦτο ἐστι τό αἷμα μου τό τῆς καινῆς διαθήκης τό περί πολλῶν ἐκχυνόμενον · ἀμήν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐκέτι οὐ μή πίω ἐκ τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτό πίω καινόν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ» ( Μαρκ. ιδ', 25).'
Όσο και να τα νοιώσει κανένας αυτά τα λόγια, θαρώ πως δεν μπορεί να τα νοιώσει βαθειά, αν δε νοιώσει το μέλος που είναι τονισμένα απάνω στη μουσική που είναι πιο αρχαία, κ' εμείς οι προκομένοι πετάξαμε τη μουσική, ήγουν τη ρίζα, και κρατήσαμε τα φύλλα που δίχως ρίζα είναι μαραμένα. Αυτό κάνουνε κάτι μοντέρνοι λεγόμενοι ψαλτάδες, που τραγουδάνε αυτά τα σοβαρά λόγια, οπού καταυγάζονται από φως πνευματικό, με κάποιες νερόβραστες μουσικές αισθηματολόγιες, κ' είναι σαν να λέγανε οι παπαγάλοι την Ιλιάδα του Ομήρου!
Η ορθόδοξη Εκκλησία μας από τα τέσσερα Ευαγγέλια που ιστορούνε την Ανάσταση, διάλεξε για το Πάσχα το Ευαγγέλιο του Μάρκου που είναι γραμμένο με λόγια δυνατά και τρομαχτικά, όχι τρομαχτικά να σε πιάσει φόβος, τέτοιον που νοιώθουμε από τα άσκημα καθέκαστα της αμαρτωλής ζωής μας, μα κάποιος άλλος φόβος που μας φέρνει σε έκσταση και σε ενθουσιαστικό θάμπωμα και σε ταπείνωση και σε αγάπη. Καταπιάστηκα να το μεταφράσω, μα το παράτησα, γιατί τις αστραπές δε μπορείς να τις παραστήσεις με το τσακτάκι μήτε τα αστροπελέκια με τις μράκες, κι' ούτε τον άνεμο που φυσά από τον κόσμο της αθανασίας να τον παραστήσεις με την πεθαμένη ανασαμιά σου· για τούτο το βάζω όπως είναι γραμμένο από το χέρι του Μάρκου· μοναχά που το αντιγράφει κανείς, θαρεί πως αγιάζει:
«Διαγενομένου τοῦ Σαββάτου, Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί Μαρία τοῦ Ἰακώβου καί Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσι τόν Ἰησοῦν. Καί λίαν πρωί τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπί τό μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. Καί ἔλεγον πρός ἑαυτάς · τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τόν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; καί ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος · ἦν γάρ μέγας σφόδρα. Καί εἰσελθοῦσαι εἰς τό μνημεῖον, εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολήν λευκήν, καί ἐξεθαμβήθησαν. Ὁ δέ λέγει αὐταῖς · μή ἐκθαμβεῖσθε · Ἰησοῦν ζητεῖτε τόν ναζαρηνόν, τόν ἐσταυρωμένον ; ἠγέρθη, οὐκ ἐστίν ὧδε · ἴδε ὁ τόπος ὁποῦ ἔθηκαν αὐτόν. Ἀλλ ' ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καί τῷ Πέτρω ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τήν Γαλιλαίαν · ἐκεῖ αὐτόν ὄψεσθε, καθώς εἶπεν ὑμῖν. Καί ἐξελθοῦσαι ταχύ ἔφυγον ἀπό τοῦ μνημείου· εἶχε δέ αὐτάς τρόμος καί ἔκστασις, καί οὐδενί οὐδέν εἶπον · ἐφοβοῦντο γάρ».
Δεύτερη αγιασμένη τέχνη για την ορθοδοξία, ύστερα από τη ψαλμωδία, είναι η αγιογραφία· γιατί η υμνογραφια κ' η μουσική είναι ένα, όπως το δείχνει η λέξη υμνωδία.
Η αγιογραφία είναι η ζωγραφική που κάνει θρησκευτικά ήγουν πνευματικά έργα, γι' αυτό και ξεφεύγει από τη λεγόμενη φυσικότητα που είναι ένα μοιάσιμο μάταιο κι' άσκοπο της φύσης, όπως κ' η πίστη ξεφεύγει από τα φυσικά όντα, ένα χάρισμα υπερφυσικό. Οι πολλοί θαρούνε πως το φυσικό είναι ένα με τ' αληθινό, ενώ δεν είναι η φυσικότητα είναι η ξώπετση και περαστική όψη σε κάθε πράγμα, ενώ η αληθινή και βαθειά ουσία του βρίσκεται παραμέσα, στα βαθειά και δεν ειμπορεί να παρασταθεί με το να βάζουμε στη ζωγραφιά με ελαφράδα τα σχήματα και τα χρώματα που βλέπει στη μηχανή το σαρκικό μάτι μας, αλλά με το να βρίσκουμε και να αποτυπώνουμε τα σχήματα και τα χρώματα που βλέπει το πνευματικό μάτι μας και που ξεσκεπάζουνται μοναχά στην ψυχή που ζει αληθινά πνευματικά, δηλαδή θρησκευτικά. Η πνευματική αίσθηση δεν είναι αυτή που λέμε για κάθε τι που είναι μεν σαρκικό, πλην εκλεπτυσμένο, αλλά είναι κάποια μυστική λειτουργία πολύ πιο σπάνια απ' ό,τι θαρούμε κι' ολότελα ακατανόητη για τον σαρκικό άνθρωπο, που είναι αναίσθητος στ' αληθινά πνευματικά, ήγουν χωρίς μυστικισμό. Τα έργα της ανατολίτικης ζωγραφικής, που τη λένε βυζαντινή, είναι έργα πνευματικά,γιατί οι τεχνίτες που τα κάνανε είχανε αυτή την πνευματική αίσθηση, και μπορέσανε να εκφράσουνε με υλικά μέσα, με σχήματα και με χρώματα, κάποια πράγματα πνευματικά, για τούτο αυτά τα σχήματα και τα χρώματα κι' ο τρόπος που είναι συνταιριασμένα δεν έχουνε τούτη τη στενή και μηχανική φυσικότητα, αλλά την βαθύτερη ουσία της αλήθειας, κ' είνε όλα μυστικά, και αναγωγικά στην πνευματική, στην αληθινή αλήθεια. Αυτά τα έργα της ανατολίτικης αγιογραφίας δεν είναι άσκοπα και νεκρά αλλά δίνουνε τροφή πνευματική σ' όποιον έχει αίσθηση πνευματική και νοιώθει την αλήθεια της θρησκείας του Χριστού που είναι κρυμμένη μέσα σε μυστήριο: για τούτο είναι απλά και σταθερά στον αιώνα. Ο νοών νοήτω.
Λοιπόν οι δικοί μας ορθόδοξοι αγιογράφοι ζωγραφίζουνε την Ανάσταση μ' αυτόν τον πνευματικό τρόπο, ενώ οι δυτικοί ζωγράφοι τη ζωγραφίζουνε με τρόπο σαρκικό και αντιπνευματικό, γιατί τους λείπει η αίσθηση η πνευματική. Κι' αυτοί που το νοιώθουνε χωρίζουνται σε πνευματικούς και σε σαρκικούς. Μα κ' εμείς ξεπέσαμε εξ αιτίας της απιστίας, κ' επειδή στομώθηκε μέσα μας ο πνευματικός άνθρωπος, κι' από πνευματικοί γενήκαμε κ' εμείς σαρκικοί, δηλαδή νεκροί, γιατί όποιος δεν ζει και δεν αισθάνεται πνευματικά, είναι πεθαμένος, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Σιναΐτη. Η πνευματική αίσθηση βγαίνει από το συμμάζεμα της καρδίας, ή από τον πόνο της ψυχής κι' από την ταπείνωση του νου. Μ' αυτόν τον τρόπο η ψυχή βρίσκει το μυστικό μονοπάτι που πηγαίνει μέσα στα έγκατα του ανθρώπου. Αλλά πάλι ξεστράτισα από τη σειρά της ομιλίας μου.
Λοιπόν την Ανάσταση τη ζωγραφίζουνε οι βυζαντινοί αγιογράφοι χωρίς εκείνες τις θεαματικές φαντασμαγορίες που ζωγραφίζουνε οι δυτικοί ζωγράφοι. Αλλά με αυστηρότητα, με ταπεινό και σοβαρό πνεύμα που έχει ωστόσο κάποια θριαμβευτική πνοή, πλην ξένη ολότελα από την ανόητη ματαιοδοξία των κοσμικών θριάμβων. Την Ανάσταση την λένε τις περισσότερες φορές «εἰς Ἅδου κάθοδον». Κατά την Ερμηνεία των ζωγράφων η υπόθεσις της Αναστάσεως παριστάνεται κατά τούτον τον τρόπο: «Όρη και βουνά και υπ' αυτά σπήλαιον σκοτεινόν, και άγγελοι αστράπτοντες δένουσι με αλύσεις Βεελτζεβούλ τον άρχοντα του σκότους και τους μετ ' αυτών δαίμονας κατασχίζουν, τύπτουν και διώκουν και κλειδονίας πολλάς καταθλασμένας και αι πύλαι του ’δου ερριμέναι συν τοις μοχλοίς, και ο Χριστός επ' αυτών κατακρατεί τον Αδάμ με την δεξιάν του και την Εύαν με την αριστεράν ο δε Πρόδρομος εκ δεξιών του Χριστού δεικνύει αυτόν· και ο Δαυίδ πλησίον αυτού ως και άλλοι βασιλείς με στέμματα και στέφανα · αριστερά δε οι προφήται Ιωάννης, Ησαΐας, Ιερεμίας και ο δίκαιος ’βελ και άλλοι διάφοροι εστεφανωμένοι · φως δε μέγα κύκλω αυτών και αγγέλων πλήθος». Ο Χριστός παριστάνεται τυλιγμένος με ένα ιμάτιον εύρυπτυχον ανεμιζόμενον απάνω από την κεφαλή του, πατώντας με ορμή απάνω στις καστρόπορτες του ’δου που κείτουνται σπασμένες. Τα χέρια του και τα πόδια του είναι τρυπημένα από τα καρφιά του σταυρού. Σε άλλες εικόνες της Ανάστασης, που είναι πιο αρχαίες, ο Χριστός βαστά με το δεξί χέρι τον σταυρό και με τ' αριστερό τραβά τον Αδάμ από το μνήμα, ενώ η Εύα είναι γονατισμένη με τα χέρια της τεντωμένα στον λυτρωτή. Σε άλλες εικόνες ο Χριστός πατά απάνω στον ’δη που κοίτεται προύμιτος κι' αλυσοδεμένος μέσα στα σκοτεινά καταχθόνια. Ανάμεσα στους δικαίους, που στέκουνται από τις δυό μεριές του Χρίστου, είναι κι' ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, κατά τον υμνωδό που λέγει πως μαρτύρησε πριν από τον Χριστό «ἵνα καί τοῖς ἐν Ἅδῃ τοῦ Σωτήρος κηρύξη τήν ἔλευσιν», όπως κήρυξε τον ερχομό Του στον απάνω κόσμο. Κ' οι προφήτες παραστέκουνται γιατί προφητέψανε την ανάσταση, κι' ο ’βελ ωσάν που στάθηκε ο πρώτος αδικοσκοτωμενος μάρτυρας. Κι' οι κλειδαριές οι σπασμένες και τα μάνταλα δείχνουνε τις καταραμένες αμπάρες που βαστούσανε σφαλισμένες τις ψυχές μέσα στο σκοτεινό βασίλειο του Χάρου, κατά το τροπάρι που λέγει: «Κατῆλθες ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς καί συνέτριψας μοχλούς αἰωνίους, κατόχους πεπεδημένων, Χριστέ». Βλέπεις πως οι αγιογράφοι παίρνανε έμπνευση από την αγιογραφία· γιατί στην ορθοδοξία τα έργα της κάθε τέχνης είναι υπομνήματα στο Ευαγγέλιο, κι' όχι άσκοπα εφευρήματα της φαντασίας. ’λλο τροπάρι που θυμίζει την εικόνα της Ανάστασης είναι και τούτο: «Τήν ἄμετρόν σου εὐσπλαγχνίαν οἱ ταῖς τοῦ Ἅδου σειραῖς συνεχόμενοι δεδορκότες πρός τό φῶς ἠπείγοντο, Χριστέ, ἀγαλλομένῳ ποδί, Πάσχα κροτοῦντες αἰώνιον». Η ίδια η εικόνα της Ανάστασης, όπως τη ζωγραφίζανε οι ορθόδοξοι αγιογράφοι, θαρείς πως είναι με λόγια ζωγραφισμένη στο τροπάρι που ψέλνουνε μικροί μεγάλοι: «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος». Που τις βρήκανε λοιπόν τις σημαίες και τα μπαϊράκια που βάζουνε να βαστά ο Χριστός; Αυτά τα εφεύρανε οι ζωγράφοι της δύσης που τα κάνανε όλα κατά τη μικρόλογη φαντασία τους και που αγαπούσανε αυτά τα θεατρικά, και βάλανε έναν κρίνο στο χέρι του αρχάγγελου Γαβριήλ που πήγε στην Παναγία, κάτι γύρους σαν τσέρκια καθισμένα απάνω στα κεφάλια των άγιων, μια καρδιά με αχτίνες κολλημένη στο στήθος του Χριστού, δαχτυλίδια στο χέρι της αγίας Αικατερίνας, μαντολίνα και κιθάρες στα χέρια των αγγέλων, κ' ένα σωρό άλλα τέτοια φτηνά στολίδια, ανάξια για τη βαθεία θρησκεία του Χριστού, κι' εμείς που δεν ξέρουμε τι μας γίνεται, τώρα τελευταία, που πολιτισθήκαμε τάχα κ' ευρωπαϊσθήκαμε, βάλαμε στις εκκλησίες μας αυτές τις άνοστες χαλκομανίες μαζί με τις ανάλατες μοντέρνες μουσικές, (αυτά πάνε συνέχεια), κι' αφήσαμε τα πατρογονικά μας που ήτανε βαθειά κι' αληθινά, και γινήκαμε παπαγάλοι και μαϊμούδες, και καμαρώνουμε γιατί πετάξαμε τα διαμάντια και στολισθήκαμε με τις χάντρες που βάζουνε στα άλογα, φτάνει πως είνε καμωμένες στην Ευρώπη.
Οι δυτικοί ζωγράφοι ζωγραφίζουνε τον Χριστό να αναστήνεται από τον τάφο γυμνός και επιδειχτικός σαν να αλαλάζει, καλοχτενισμένος, με παχουλό και ροδαλδ κορμί όπως τον άνθρωπο που έκανε μπάνιο. Βαστά στο χέρι του μια σημαία και το άλλο το σηκώνει ψηλά ή σηκώνει και τα δυό του τα χέρια απάνω. Ένας άγγελος ασπροντυμένος κι' ανέκφραστος, σαν νοσοκόμα, κάνει πως κυλά την ταφόπλακα. Πεντέξη στρατιώτες κάνουνε κάτι προσποιητές χειρονομίες σαν θεατρίνοι, πως τάχα τους έπιασε φόβος. Το πρόσωπο του Χριστού είναι γαλατένιο, με τριανταφυλλιά μάγουλα σαν καλοφαγωμένη γυναίκα, με κάτι ψεύτικα κι' αταίριαστα γένεια. Πίσω ο ουρανός είναι σαν κάρτποσταλ με σύννεφα ζωγραφισμένα από κάποιο βασίλεμα εκ του φυσικού. Μ' αυτά τα πράγματα θέλουνε να παραστήσουνε τον κόσμο της αθανασίας και της αλήθειας που μας έδειξε ο Χριστός, με καλοθρεμένα κορμιά, με αγγέλους να φοράνε κολλαρισμένα ρούχα, με θεατρίνους και με κρεπούσκουλα του κινηματογράφου.
Οι βυζαντινοί αγιογράφοι φιλοτεχνήσανε εξαίσιες εικόνες της Ανάστασης με την αποκαλυπτική απλότητα της αλήθειας, κι' όχι θεατρικές σκηνοθεσίες. Απ' αυτές τις εικόνες, άλλες είναι ζωγραφισμένες σε σανίδια κι' άλλες στον τοίχο, και λιγοστές καμωμένες με ψηφία. Με ψηφία είναι του Δαφνιού, του Οσίου Λουκά και της Νέας Μονής της Χίου. Του Δαφνιού είναι μαστορική, μα του Οσίου Λουκά και της Νέας Μονής είνε πιο θρησκευτικές. Του Οσίου Λουκά, είναι δογματική και λιγοπρόσωπη. Απ' όσες εικόνες είναι στον τοίχο ιστορημένες, ξεχωρίζει η Ανάσταση που είναι ζωγραφισμένη στην Περίβλεπτο του Μύστρα, μια άλλη που βρίσκεται στην Πόρτα Παναγιά της Θεσσαλίας, μια άλλη που ζωγράφισε ο Πανσέληνος, στο Πρωτάτο στ' ’γιον Όρος, καθώς κ' η Ανάσταση της μονής Βατοπεδίου στο Όρος, οι μεγάλες τοιχογραφίες που κάνανε οι φημισμένοι κρητικοί ζωγράφοι στα αγιορίτικα μοναστήρια της Λαύρας, του Διοχειαρίου, του Διονυσίου και στη Μολυβοκκλησιά, δυό τοιχογραφίες καμωμένες από τον Φράγκο Κατελάνο τον εκ Θηβών στο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου της Λαύρας στ' ’γιον Όρος και στα Μετέωρα στο μοναστήρι της Μεταμόρφωσης το λεγόμενο του Μεγάλου Μετεώρου, έργο των ιδίων Κρητικών αγιογράφων που φτιάξανε τα έργα της μονής του Διονυσίου ή του Διοχειαρίου. Μια και σε κάθε παλιά εκκλησιά της Ελλάδας είναι ζωγραφισμένη η Ανάσταση στον ίδιο τύπο, κατά τα χρόνια που βασιλεύανε οι Τούρκοι, όπως στην Καισαριανή, στα ερημοκκλήσια του Μαρουσιού, του Λιόπεσι, του Μαρκόπουλου, στη Σαλαμίνα, τα περισσότερα έργα του Γεωργίου Μάρκου, στον Μοριά τα έργα των Μόσχων, του Κακαβά, του Παιδιώτη του Κρητός κ.ά. Στα νησιά δεν βρίσκουνται τοιχογραφίες αλλά βρίσκουνται εικονίσματα της Ανάστασης ζωγραφισμένα σε σανίδι, έργα του Δαμασκηνού στην Κρήτη, του Τζάνε, του Βίκτορος, του Λαμπάρδου κ.α. στα Ερημόνησα, των Σκορδίληδων στη Μήλο και στη Σίφνο. Στην Εύβοια βρίσκουνται λαμπρές εικόνες της Ανάστασης ιστορημένες στον τοίχο, όπως στον Οξύλιθο, στο Μοναστήρι Γαλατάκι, στη Χρυσοκαστυλλιώτισσα κοντά στο κοντά στο κάστρο των Φύλλων, στον ’γιο Γιώργη τον Αρμά, στις Λεύκες κ. ά. Μαστορικές εικόνες της Ανάστασης βρίσκονται στορημένες και μέσα σε χειρόγραφα βιβλία στα μοναστήρια του Βατοπεδιού, της Λαύρας και των Ιβήρων, καθώς κ' άλλες δουλεμένες στο ασήμι ή στο μάλαμα απάνω στα καπάκια τους στολισμένες.

Κυριακή, Απριλίου 24, 2011

Πάσχα Ιερόν, Πάσχα μέγα, Πάσχα Κυρίου




Ορθρίσωμεν όρθρου βαθέος, και αντί μυρου τον ύμνον προσοίσομεν τω Δεσπότη, και Χριστόν οψόμεθα, δικαιοσύνης ήλιον, πάσι ζωήν ανατέλλοντα.

Την άμετρόν σου ευσπλαγχνίαν, οι ταις του Άδου σειραίς, συνεχόμενοι δεδορκότες, προς το φως ηπείγοντο Χριστέ, αγαλλομένω ποδί, Πασχα κροτούντες αιώνιον.

Προσέλθωμεν λαμπαδηφόροι, τω προϊόντι Χριστώ εκ του μνήματος, ως νυμφίω, και συνεορτάσωμεν ταις φιλεόρτοις τάξεσι, Πασχα Θεού το σωτήριον.





ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
ΘΕΡΜΕΣ ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΑΙΩΝΙΟ ΠΑΣΧΑ ΨΥΧΩΝ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΗΤΟΥΣ

Σάββατο, Απριλίου 23, 2011

ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΙΣ ΕΠΙ Τῼ ΑΓΙῼ ΠΑΣΧΑ

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ - ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Καὶ πάλιν μετὰ χαρᾶς καὶ εἰρήνης ἀπευθύνομεν πρὸς ὑμᾶς τὸν χαρμόσυνον καὶ πλήρη ἐλπίδων χαιρετισμὸν "Χριστός Ἀνέστη"!
Αἱ συγκυρίαι καὶ τὰ γεγονότα τῆς συγχρόνου ἐποχῆς φαίνονται μὴ δικαιολογοῦντα τὸ χαρμόσυνον τοῦ χαιρετισμοῦ μας. Αἱ συντελεσθεῖσαι ἤδη φυσικαὶ καταστροφαὶ ἐκ τῶν σεισμικῶν δονήσεων καὶ τῶν θαλασσίων ὑπερκυμάτων  καὶ αἱ ἐπαπειλούμεναι τοιαῦται ἐκ τῆς πιθανολογουμένης ἐκρήξεως τῶν πυρηνικῶν ἐργοστασίων, ἀλλὰ καὶ αἱ ἀνθρωποθυσίαι ἐκ τῶν πολεμικῶν συρράξεων καὶ τῶν τρομοκρατικῶν ἐνεργειῶν, ἐμφανίζουν τὸν κόσμον μας δεινῶς πληγωμένον καὶ σφαδάζοντα ὑπὸ τὴν πίεσιν φυσικῶν καὶ πνευματικῶν κακῶν δυνάμεων.
Ἐν τούτοις, ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονὸς ἀληθινὸν καὶ παρέχει εἰς τοὺς πιστοὺς χριστιανοὺς τὴν βεβαιότητα καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τὴν δυνατότητα τῆς ὑπερβάσεως τῶν δυσμενῶν ἐπακολούθων τῶν φυσικῶν καταστροφῶν καὶ τῶν ψυχικῶν ἐκτροπῶν.
Ἡ φύσις ἐπαναστατεῖ ὅταν ἡ ὑπερφίαλος ἀνθρωπίνη διάνοια ἀποπειρᾶται νὰ τιθασεύσῃ τὰς ἀπειρομεγέθεις δυνάμεις τὰς ὁποίας ἔχει ἐμπερικλείσει ὁ Δημιουργὸς εἰς τὰ φαινομενικῶς ἀσήμαντα εἰς ὄγκον καὶ ἀδρανῆ στοιχεῖα της. Θεωροῦντες πνευματικῶς τὰ δυσμενῆ φυσικὰ φαινόμενα, τὰ ὁποῖα πλήττουν τὸν πλανήτην μας ἐπανειλημμένως καὶ διαδοχικῶς κατὰ τοὺς ἐσχάτους τούτους καιρούς, πλησιάζομεν εἰς τὴν ἀποδοχὴν τῆς ἀπόψεως ὅτι ταῦτα δὲν εἶναι ἀνεξάρτητα τῆς πνευματικῆς ἐκτροπῆς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τὰ σημεῖα τῆς ἐκτροπῆς, ὅπως ἡ πλεονεξία, ἡ ἀπληστία, ἡ ἀκόρεστος ἐπιθυμία τοῦ πλούτου ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὴν ἀδιαφορίαν διὰ τὴν πτωχείαν τῶν πολλῶν τὴν ὁποίαν συνεπιφέρει ὁ ὑπέρμετρος πλουτισμὸς τῶν ὀλίγων, δὲν φαίνονται διὰ τοὺς φυσικοὺς ἐπιστήμονας νὰ ἔχουν σχέσιν πρὸς τὰ φυσικὰ γεγονότα. Ἐν τούτοις, διὰ τὸν πνευματικῶς ἐρευνῶντα τὸ θέμα, ἡ ἁμαρτία διαταράσσει ὄχι μόνον τὴν ἁρμονίαν τῶν πνευματικῶν σχέσεων ἀλλὰ καὶ τῶν φυσικῶν. Ὑπάρχει μυστικὴ σχέσις μεταξὺ τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ καὶ τοῦ φυσικοῦ κακοῦ καὶ ἐάν θέλωμεν νὰ ἀπαλλαγῶμεν ἀπὸ τὸ δεύτερον, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀρνηθῶμεν τὸ πρῶτον.
Ὁ Ἀναστὰς Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ νέος ἄνθρωπος καὶ Θεός, ἀποτελεῖ τὸ πρότυπον τῆς εὐεργετικῆς ἐπιρροῆς τοῦ ἁγίου εἰς τὸν φυσικὸν κόσμον. Ἐθεράπευε τὰς φυσικὰς καὶ πνευματικὰς νόσους καὶ διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ταυτοχρόνως ἐγαλήνευσε καὶ τὴν τεταραγμένην θάλασσαν καὶ ἐπολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους εἰς χορτασμὸν πεντάκις χιλίων ἀνδρῶν, συνδυάζων οὕτω τὴν ἀποκατάστασιν τῆς πνευματικῆς καὶ τῆς φυσικῆς ἁρμονίας. Ἐὰν θέλωμεν εἰς τὰς παρούσας δυσμενεῖς φυσικῶς καὶ πολιτικῶς καταστάσεις νὰ ἐπιδράσωμεν εὐμενῶς, δὲν ἔχομεν ἄλλην ὁδὸν ἀπὸ τὴν πίστιν εἰς τὸν Ἀναστάντα Χριστὸν καὶ ἀπὸ τὴν τήρησιν τῶν σωτηριωδῶν διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐντολῶν Του.
Ὁ Χριστὸς ἀνέστη καὶ συνανέστησε τὸ τέλειον ἦθος τοῦ ἀμαυρώσαντος αὐτὸ ἀνθρώπου, γενόμενος πρωτότοκος καὶ πρωτοπόρος εἰς τὴν ἀναγέννησιν τοῦ κόσμου, τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς φύσεως. Τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως δὲν εἶναι κενὸν οὐσιαστικῆς ἐπιρροῆς εἰς τὴν ποιότητα τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς καὶ τῆς εὐρύθμου λειτουργίας τῆς φύσεως. Ὅσον πληρέστερον καὶ βαθύτερον θὰ βιώσωμεν τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὰ βάθη τῶν καρδιῶν μας, τόσον εὐεργετικωτέρα θὰ εἶναι ἡ ἐπιρροὴ τῆς ὑπάρξεώς μας εἰς τὴν ὅλην ἀνθρωπότητα καὶ εἰς τὸν φυσικὸν κόσμον. Αἱ φυσικαὶ ἐπιστῆμαι ἴσως δὲν ἔχουν ἀκόμη ἐπισημάνει τὴν σχέσιν αὐτὴν μεταξὺ ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀνακαινίσεως τῆς φύσεως, ἀλλὰ ἡ πεῖρα τῶν ἁγίων, ἡ ὁποία εἴθε νὰ εἶναι καὶ ἰδική μας πεῖρα, διαβεβαιοῖ ὅτι εἶναι ἐμπειρικῶς διαπιστωμένον ὅτι ὄντως ὁ ἀναγεννημένος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος ἀποκαθιστᾷ τὴν διατεταραγμένην ἐκ τῆς ἁμαρτίας ἁρμονίαν τῶν φυσικῶν φαινομένων. Ὁ ἅγιος ἐν Χριστῷ μετακινεῖ ὄρη ἐπ’ ἀγαθῷ καὶ ὁ κακὸς καὶ ἀντίθεος ἄνθρωπος μετακινεῖ ἐδάφη καὶ ὑψώνει κύματα ὑπερμεγέθη ἐπὶ κακῷ.
Εἴθε νὰ προσεγγίσωμεν πρὸς τὴν ἁγιότητα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἵνα διὰ τῆς χάριτος Αὐτοῦ γαληνεύσωμεν τὰ φυσικὰ καὶ ἠθικὰ κύματα τὰ ὁποῖα πλήττουν τὸν σύγχρονον κόσμον μας. 
Ἡ χάρις τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἴη μετὰ πάντων ὑμῶν, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά. Γένοιτο.
               Ἅγιον Πάσχα 2011
                                                                                             + Ὁ Κωνσταντινουπόλεως
                                                              διάπυρος πρὸς Χριστὸν Ἀναστάντα
                                                                                                εὐχέτης πάντων ὑμῶν

Σταυρός και Ανάσταση




Στήν Ἐκκλησία μας, ὅπου ἀσκούμεθα σταυρικά, λαμβάνουμε τήν πεῖρα τῆς Ἀναστάσεως. Ὅλα στήν Ἐκκλησία μας εἶναι ἀναστάστιμα γιατί εἶναι σταυρικά. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως. Χωρίς σταυρό δέν ὑπάρχει Ἀνάστασις, ἀλλά οὔτε καί σταυρός ὑπάρχει πού νάμήν ἀκολουθεῖται ἀπό Ἀνάσταση.
Ζοῦμε σ' ἕναν κόσμο, στόν ὁποῖο κυριαρχεῖ τό ἀντισταυρικό πνεῦμα. Ἕναν κόσμο πού φίλαυτα ἔχει ὡς ἰδανικά του τήν εὐημερία, τήν καλοζωΐα, τήν ἄνεση, πού τοποθετεῖ τήν ἐλευθερία ὄχι στή θυσία καί τήν ἀγάπη, ἀλλά στόν ἐγωϊσμό.
Ὁ σταυρός μᾶς τρομάζει. Καί αὐτό εἶναι φυσικό. Γιατί μᾶς διέλυσε ἡ ἄνεση.
Αὐτός ὁ κόσμος πού ἀπορρίπτει σήμερα τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὑποχρεωμένος νά ἀντιμετωπίση ὀδυνηρόταταες καί μάλιστα φοβερές μάστιγες πού εἶναι καί συνέπειες τῆς ἀντισταυρικῆς του πορείας :Τό AIDS, τά ναρκωτικά , τήν φοβερή οἰκολογική καταστροφή, τήν ἀπελπισία. Καί ἡ λύση δέν εὑρίσκεται ἐκεῖ πού τήν τοποθετεῖ, δηλαδή στό νά ληφθοῦν ὡρισμένα προφυλακτικά μέτρα. Χρήσιμα εἶναι αὐτά, ἀλλά ἀνεπαρκῆ. Ἡ βαθύτερη λύση εἶναι μία: ἡ μετάνοια. Αὐτή πού ἔσωσε τή Νινευΐ τή μεγάλη πόλη ἀπό τήν καταστροφή. Εἶναι ἡ ἐπιλογή τοῦ σταυρικοῦ τρόπου ζωῆς ὡς τοῦ μόνου ἀληθινοῦ τρόπου ζωῆς.
Ὁ διάβολος προσπαθεῖ νά μᾶς φοβίσει ὅτι ἄν διαλέξουμε τή σταυρική ζώη δέν θά προοδεύσουμε, δέν θά ἐπικρατήσουμε (παροιμία: μέ τόν σταυρό στό χέρι), θά γίνουμε θύματα τῶν ἄλλων.
Ἔτσι ἀπό ὀλιγοπιστία παραγνωρίζουμε τήν Χάρη, τή δύναμη καί τήν προσπάθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἔχουμε ἀκόμη νά ἀντιμετωπίσουμε πειρασμούς ἀπό ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός μας πού μᾶς ἐπαναλαμβάνουν ὅ,τι οἱ σταυρωταί τοῦ Χριστοῦ στόν Ἐσταυρωμένο Κύριο: "Ἐάν εἶσαι γυιός τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπό τόνΣταυρό ".
Οἱ Ἑβραῖοι ἤθελαν τόν Ἰησοῦ Χριστό Μεσσία, ἀλλά χωρίς σταυρό. Καί σήμερα οἱ ἄνθρωποι θέλουν νά φτιάξουν ἕναν ἐπίγειο πράδεισο χωρίς σταυρό
Ἄς ζητήσουμε ἀπό τή Χάρη τοῦ Σταυρωθέντος καί Ἀναστάντος Κυρίου νά μήν ἀρνηθοῦμε τό σταυρό Του, τό σταυρό μας, τήν ἀγάπη, τή θυσία, τήν ταπείνωση, τήν ὑπομονή, τήν ἄσκηση. Ἰδιαίτερα τίς στιγμές πού ὁ ἐγωϊσμός τείνει νά μᾶς κυριαρχήσει ἄς ἀτενίζουμε τόν σταυρωμένο, ὅπως οἱ δηλητηριασμένοι στήν ἔρημο Ἰσραηλιτες τό χάλκινο φίδι.
Καί ἐάν ἀπό ἀνθρώπινη ἀδυναμία καί ἀμέλεια πέφτουμε καί ἐνεργοῦμε ἀντισταυρικά, ἄς μετανοοῦμε καί διά τῆς μετανοίας ἄς ἐπανερχόμαστε στήν σταυρική ζωή: Ἄς ζητοῦμε γι' αὐτό καί τήν βοήθεια τῆς Παναγίας μας.
Ὁ χορός τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι χορός ἐσταυρωμένων καί ἀναστημένων, συνεσταυρωμένων καί συναναστημένων μέ τόν Χριστό. Αὐτός ὁ χορός εἶναι τό αἰώνιο Πάσχα

Παρασκευή, Απριλίου 22, 2011

Μεγάλη Παρασκευή - Ὁ Εὐσχήμων




«Ὁ εὐσχήμων Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελῶν τὸ ἄχραντόν σου σῶμα, σινδόνι καθαρὰ εἰλήσας καὶ ἀρώμασι, ἐν μνήματι ἀπέθετο». Στὴν τραγῳδία τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου, μία μορφὴ περνᾶ ξώφαλτσα ἀπὸ τὴν πρώτη γραμμὴ τῆς ἐπικαιρότητας. Κυριαρχοῦν οἱ δυὸ Ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων, ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας, ὁ ἕνας σκληρότερος ἀπὸ τὸν ἄλλο. Ὀρθώνεται τραγικὰ λίγη ἡ μορφὴ τοῦ Πιλάτου, ἑνὸς ἡγεμόνα ἀνίκανου νὰ ἀρθεῖ στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων καὶ νὰ πάρει ἀποφάσεις δικαιοσύνης. Σὰν ἀστραπὴ περνᾶ ἡ εἰκόνα τοῦ Πέτρου ποὺ κλαίει πικρά, μὴ μπορώντας νὰ νικήσει οὔτε κὰν ἕνα ἀθῷο κορίτσι! Ἀκόμα κι ἡ εἰκόνα τοῦ Βαραββᾶ, ποὺ γλιτώνει τὴ ζωή του γιὰ χάρη ἑνὸς Ἀθῴου, θὰ μποροῦσε νὰ σταθεῖ ἀχνὴ μπροστά μας. Στὸ Σταυρὸ κυριαρχεῖ ὁ λῃστής, ὁ Ἰωάννης, ἡ Παναγία, μορφὲς ποὺ πονοῦν! Καὶ πάνω ἀπ᾿ ὅλα, ἕνα ἀτέλειωτο οὐρλιαχτὸ κοροϊδίας ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ φανέρωναν στὸν κόσμο ὅτι καμιὰ ζωὴ δὲν ἔχει ἀξία, ὅταν δὲν συμφωνεῖ μὲ τὰ δικά μας πιστεύω!
Κι ὅμως, ὑπάρχει μία μορφὴ ποὺ ἀνήκει στοὺς δευτεραγωνιστὲς τοῦ Πάθους, ἀλλὰ στὴν οὐσία ἐκφράζει πολλὰ περισσότερα ἀπὸ τὸν ἑαυτό της. Εἶναι ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, βουλευτὴς ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, κρυφὸς μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος «τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλάτον καὶ ἠτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ». Τὸ ζήτησε, τὸ πῆρε, τὸ ἔθαψε! Μὲ μία ἁπλότητα στ᾿ ἀλήθεια συγκινητική, ἀποδεικνύει τὴν ἀγάπη τοῦ πρὸς τὸν νεκρὸ Διδάσκαλο, ἀλλὰ καὶ ταυτόχρονα ὅτι δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς στὸ προσκήνιο γιὰ νὰ προσφέρει αὐτὸ ποὺ ἡ καρδιὰ τοῦ νιώθει.
«Εὐσχήμων» χαρακτηρίζεται ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστή, ποὺ σημαίνει ξεχωριστός, διαλεχτός, ἀρχοντικός. Κανεὶς δὲν θὰ περίμενε ἀπ᾿ αὐτὸν νὰ δείξει μία τέτοια τόλμη, ὡστόσο τὰ θαύματα γίνονται ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲν τὸ περιμένει κανείς! Ἐκεῖ ποὺ οἱ ἀγαπημένοι μαθητὲς τοῦ Κυρίου κρύφτηκαν ἀπὸ φόβο μὴν ὁδηγηθοῦν στὰ ἴδια μονοπάτια μὲ τὸν Ἰησοῦ, ὁ προσδεχόμενος τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ Ἰωσὴφ δὲν διστάζει νὰ προσφέρει τὶς τελευταῖες φροντίδες σ᾿ Αὐτὸν ποὺ πιστεύει, καταπλήσσοντας καὶ τὸν Πιλάτο καὶ τοὺς περὶ αὐτόν, ἴσως καὶ τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό!
Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ἴσως εἴμαστε στὴν ἴδια κατηγορία μὲ τὸν Ἰωσήφ, εὐσχήμονες. Ἡ κοινωνία ἔχει γιὰ μᾶς καλὴ γνώμη, δὲν προκαλοῦμε μὲ τὴ ζωή μας, εἴμαστε ὅπως ὅλοι, παρακολουθοῦμε τὰ τεκταινόμενα στὴ ζωὴ χωρὶς νὰ προκαλοῦμε, ἴσως στὴν προσωπική μας ζωὴ νὰ ἔχουμε αὐτὴ τὴν ἀρχοντιὰ τοῦ Ἰωσήφ, αὐτὸ τὸ διαλεχτό, ἀλλὰ τὸ μοιραζόμαστε μόνο μὲ τοὺς δικούς μας ἢ τὸ στενό μας περιβάλλον! Ἴσως νὰ μᾶς συγκινεῖ καὶ ὁ τρόπος τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, νὰ προσπαθοῦμε ἀθόρυβα νὰ τὴ βιώσουμε στὴ ζωή μας, ἴσως καὶ πάλι κάτι νὰ περιμένουμε, νὰ ἀναζητοῦμε αὐτὸ τὸ μυστικὸ κάλεσμα τοῦ οὐρανοῦ!
Ἔρχεται ὅμως ἡ στιγμὴ ποὺ καλούμαστε νὰ δείξουμε τὴν τόλμη τοῦ Ἰωσήφ! Καὶ τότε, ὅπου καὶ νὰ βρισκόμαστε, στὸ ἐργασιακό, τὸ κοινωνικό, τὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον, ὅπου κι ἂν ἀγωνίζεται ὁ καθένας μας, ξυπνᾶ μέσα μας αὐτὴ ἡ τόλμη, ξαναβρίσκουμε ἕνα νεανικὸ θάρρος ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν πίστη στὸ γνήσιο, τὴν πίστη σ᾿ Αὐτὸν ποὺ βλέπουμε νὰ παθαίνει, νὰ πεθαίνει, νὰ θυσιάζεται γιὰ μᾶς, καὶ ξυπνᾶ μέσα μας ὁ εὐσχήμων ποὺ κρύβουμε!
Καὶ τότε νιώθουμε νὰ μᾶς πλημμυρίζει ἡ ἀνάγκη τῆς μαρτυρίας τοῦ Θεοῦ, μία μαρτυρία ποὺ δὲ δίνεται μὲ κραυγές, βία, φωνές, ἀλλὰ λειτουργεῖ σιωπηλά, μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ δὲ γνωρίζει σύνορα, μὲ τὴν παρηγοριά, μὲ τὴν προσφορὰ χρημάτων ἀλλὰ καὶ ἑνὸς καλοῦ λόγου, μὲ τὴν προσφορὰ τοῦ χαρίσματος ποὺ ἔχει ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ὅπλο μοναδικό, δῶρο Θεοῦ, γνήσια ἀνταπόκριση στὸν Σταυρωμένο Ἀγαπημένο, ποὺ βλέπουμε νὰ μᾶς δείχνει τὸ δρόμο!
Δὲν λείπουνε οἱ εὐσχήμονες σήμερα, οὔτε θὰ λείψουνε ποτέ! Ἡ παρουσία τοῦ Ναζωραίου δὲν θὰ πάψει ποτὲ νὰ λειτουργεῖ μυστικὰ καὶ ἁπλὰ στὶς ψυχὲς τῶν πολλῶν, ὅπου κι ἂν βρίσκονται, μὲ ὅ,τι κι ἂν ἀσχολοῦνται! Ἄλλωστε, αὐτὴ εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ Ἰησοῦ, ἡ βασιλεία ποὺ ἀγκαλιάζει τοὺς πάντες, χωρὶς ἐξαίρεση, ἀκόμα κι αὐτοὺς ποὺ τὸν μισοῦν, ἀκόμα κι αὐτοὺς ποὺ προσπερνοῦν ἀδιάφοροι στὴ θυσία Του, αὐτοὺς ποὺ τὸ Πάσχα θὰ τοὺς βρεῖ στὰ ἔθιμα κι ὄχι στὴν Ἀνάσταση!


πηγη

Η ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΝΙΚΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ


Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό δεν είναι μια αποτυχία που αποκαταστάθηκε κάπως μετά την Ανάστασή του. Ο ίδιος ο θάνατος πάνω στο Σταυρό είναι μια νίκη. Νίκη τίνος πράγματος; Μόνο μια απάντηση μπορεί να υπάρξει:Η νίκη της οδυνώμενης αγάπης. «Κραταιά ως θάνατος αγάπη...ύδωρ πολύ ου δυνήσεται σβέσαι την αγάπην» (Άσμα Ασμ. 8, 6-7). Ο Σταυρός μας δείχνει μιαν αγάπη που είναι δυνατή σαν το θάνατο, μιαν αγάπη ακόμη πιο δυνατή.
Ο άγ. Ιωάννης κάνει την εισαγωγή της διήγησής του για το Μυστικό Δείπνο και το Πάθος μ' αυτά τα λόγια: «...αγαπήσας τους ιδίους τους εν τω κόσμω, εις τέλος ηγάπησεν αυτούς» (Ιω. 13,1). Το ελληνικό κείμενο λέει εις τέλος, που σημαίνει «ως το τέλος», «ως το έσχατο σημείο». Κι αυτή η λέξη τέλος επαναλαμβάνεται αργότερα στην τελευταία κραυγή του Χριστού πάνω στο Σταυρό: «Τετέλεσται» (Ιω. 19,30). Αυτό πρέπει να εννοηθεί όχι σαν κραυγή αυτοεγκατάλειψης ή απόγνωσης, αλλά σανκραυγή νίκης: Τελείωσε, κατορθώθηκε, εκπληρώθηκε!
Τι εκπληρώθηκε; Απαντάμε: Το έργο της οδυνώμενης αγάπης, η νίκη της αγάπης πάνω στο μίσος. Ο Ιησούς, ο Θεός μας, αγάπησε τους δικούς του ως το έσχατο σημείο. 
Από αγάπη δημιούργησε τον κόσμο, από αγάπη γεννήθηκε σαν άνθρωπος μέσα σ' αυτό τον κόσμο, από αγάπη πήρε πάνω του τη διασπασμένη ανθρώπινη φύση μας και την έκανε δική του. 
Από αγάπη ταυτίστηκε μ' όλη μας την απελπισία. 
Από αγάπη πρόσφερε τον εαυτό του θυσία, διαλέγοντας στη Γεθσημανή να πάει εκούσια προς το Πάθος του: «...την μου τίθημι υπέρ των προβάτων... ουδείς αίρει αυτήν απ' εμού, αλλ' εγώ τίθημι αυτήν απ' εμαυτού» (Ιω. 10: 15,18).
Ήταν θεληματική αγάπη κι όχι καταναγκασμός αυτό που έφερε τον Ιησού στο θάνατό του. Στην αγωνία του μέσα στον κήπο και στη Σταύρωσή του οι σκοτεινές δυνάμεις του επιτίθενται μ' όλη τους την ορμή, αλλά δεν μπορούν ν' αλλάξουν τη συμπόνια του σε μίσος· δεν μπορούν να εμποδίσουν την αγάπη του να συνεχίσει να είναι η ίδια. Η αγάπη του δοκιμάζεται ως το έσχατο σημείο, αλλά δεν καταπνίγεται. «Το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω. 1,5. Στη νίκη του Χριστού πάνω στο Σταυρό θα μπορούσαμε να εφαρμόσουμε τα λόγια που ειπώθηκαν από κάποιο Ρώσο ιερέα, όταν απελευθερώθηκε από το στρατόπεδο συγκεντρώσεως: «Ο πόνος έχει καταστρέψει τα πάντα. Ένα μόνο πράγμα έχει μείνει σταθερό, η αγάπη» .
Ο Σταυρός σαν νίκη μας θέτει το παράδοξο της παντοδυναμίας της αγάπης. ΟDostoevsky πλησιάζει την αληθινή έννοια της νίκης του Χριστού με μερικά λόγια, που βάζει στο στόμα του στάρετς Ζωσιμά:
Μπροστά σε μερικές σκέψεις ο άνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ιδίως μπροστά στη θέα της ανθρώπινης αμαρτίας, και αναρωτιέται αν θα την πολεμήσει με βία ή με ταπεινή αγάπη.
Πάντα ν' αποφασίζεις: «Θα την πολεμήσω με ταπεινή αγάπη» . Αν αποφασίσεις πάνω σ' αυτό μια για πάντα, μπορείς να κατακτήσεις ολόκληρο τον κόσμο. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη: είναι το πιο δυνατό απ' όλα τα πράγματα και δεν υπάρχει τίποτε άλλο σαν κι αυτή.
Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι μια τρομερή δύναμη· όποτε θυσιάζουμε κάτι ή υποφέρουμε όχι μ' αίσθηση επαναστατικής πίκρας, αλλά με τη θέλησή μας και από αγάπη, αυτό μας κάνει πιο δυνατούς κι όχι πιο αδύνατους. Αυτό σημαίνει προπάντων στην περίπτωση του Ιησού Χριστού. «Η αδυναμία του ήταν από δύναμη», λέει ο άγ.Αυγουστίνος. Η δύναμη του Θεού φαίνεται όχι τόσο πολύ μέσα στη δημιουργία του κόσμου ή μέσα στα θαύματά του, όσο στο γεγονός ότι από αγάπη ο Θεός «εκένωσεν εαυτόν» (Φιλ. 2,7), πρόσφερε τον εαυτό του, με γενναιόδωρη αυτοδιάθεση, με τη δική του ελεύθερη εκλογή συγκατανεύοντας να υποφέρει και να πεθάνει. Κι αυτό το άδειασμα του εαυτού είναι συνάμα μία πλήρωση: η κένωση είναι πλήρωση. Ο Θεός δεν είναι ποτέ τόσο δυνατός, όσο όταν βρίσκεται στην έσχατη αδυναμία.
Η αγάπη και το μίσος δεν είναι απλώς υποκειμενικά συναισθήματα που επηρεάζουν το εσωτερικό σύμπαν αυτών που τα αισθάνονται, αλλά είναι και αντικειμενικές δυνάμεις που αλλάζουν τον κόσμο έξω από μας. Αγαπώντας ή μισώντας τον άλλο, τον κάνω, ως ένα σημείο, να γίνει αυτό που εγώ βλέπω μέσα του. Όχι μόνο για τον εαυτό μου, αλλά και για τις ζωές όλων γύρω μου, η αγάπη μου είναι δημιουργική, έτσι όπως το μίσος μου είναι καταστροφικό. Κι αν αυτό αληθεύει για τη δική μου αγάπη, αληθεύει σε ασύγκριτα μεγαλύτερη έκταση για την αγάπη του Χριστού.
Η νίκη της γεμάτης πόνο αγάπης του πάνω στο Σταυρό δεν είναι απλώς ένα παράδειγμα για μένα που μου δείχνει τι θα μπορούσα να πετύχω εγώ ο ίδιος αν μπορούσα να τον μιμηθώ με τις δικές μου δυνάμεις. Πολύ περισσότερο απ' αυτό, η πονεμένη του αγάπη έχει πάνω μου ένα δημιουργικό αποτέλεσμα, μεταμορφώνοντας την καρδιά μου και τη θέλησή μου, ελευθερώνοντάς με από τα δεσμά, ολοκληρώνοντάς με, κάνοντας δυνατό για μένα ν' αγαπώ μ' ένα τρόπο που θα ήταν τελείως περ' από τις δυνάμεις μου, αν πρώτα δεν ειχ' αγαπηθεί απ' αυτόν. Γιατί μέσα στην αγάπη ταυτίστηκε μαζί μου· και η νίκη του είναι νίκη μου. Κι έτσι ο θάνατος του Χριστού πάνω στο Σταυρό είναι πράγματι, όπως τον περιγράφει η Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, ένας «ζωοποιός θάνατος».
Επομένως η οδύνη του Χριστού και ο θάνατος έχουν αντικειμενική αξία· έκανε για μας κάτι που θα ήμασταν τελείως ανίκανοι να κάνουμε δίχως αυτόν. Ταυτόχρονα δεν θα έπρεπε να λέμε ότι ο Χριστός υπέφερε «αντί για μας», αλλ' ότι υπέφερε για χάρη μα ς. Ο Υιός του Θεού υπέφερε «έως θανάτου», όχι για ν' απαλλαγούμε εμείς απ' την οδύνη, αλλά για να είναι η οδύνη μας σαν τη δική του. Ο Χριστός δεν μας προσφέρει ένα δρόμο που παρακάμπτει την οδύνη, αλλά ένα δρόμο μέσα απ' αυτήν· όχι υποκατάσταση, αλλά λυτρωτική συμπόρευση.
Αυτή είναι η αξία του Σταυρού του Χριστού για μας. Αν τη συνδέσουμε με την Ενσάρκωση και τη Μεταμόρφωση που προηγήθηκε, και με την Ανάσταση που την ακολουθεί -γιατί όλ' αυτά είναι αχώριστα μέρη μιας μοναδικής πράξης ή «δράματος»- η Σταύρωση πρέπει να κατανοηθεί σαν ύψιστη και τέλεια νίκη, θυσία και πρότυπο. Και σε κάθε περίπτωση η νίκη, η θυσία και το πρότυπο είναι της αγάπης που πάσχει.
Έτσι βλέπουμε το Σταυρό: 
την τέλεια νίκη της ταπείνωσης που ξέρει ν' αγαπάει πάνω στο μίσος και το φόβο· 
την τελεία θυσία ή την εκούσια αυτοπροσφορά της συμπόνιας που ξέρει ν'αγαπάει· 
το τέλειο πρότυπο της δημιουργικής δύναμης της αγάπης.
Με τα λόγια της Julian του Norwich: 
Θα'; θελες να μάθεις το νόημα του Κυρίου σου πάνω σ' αυτό το πράγμα; Μάθε το καλά: Η αγάπη ήταν το νόημά του. Ποιος στο έδειξε; Η αγάπη. Τι σου έδειξε εκείνος; Αγάπη. Γιατί στο έδειξε; Από αγάπη. Κρατήσου απ' αυτό και θα μάθεις περισσότερα. Αλλά ποτέ δεν θα ξέρεις ούτε θα μάθεις μέσα σ' αυτό τίποτ' άλλο. 
Τότε είπε ο καλός μας Κύριος Ιησούς Χριστός: Είσαι ευχαριστημένος που υπέφερα για σένα; Είπα: Ναι, Κύριέ μου, σ' ευχαριστώ· ναι, Κύριέ μου, ας είσαι ευλογημένος. Τότε είπε ο Ιησούς, ο Κύριος: Αν εσύ είσαι ευχαριστημένος, είμαι κι εγώ ευχαριστημένος: είναι μια χαρά, μια ευδαιμονία, μια ατέλειωτη ικανοποίηση για μένα το ότι κάτι υπέφερα για σένα· κι αν μπορούσα να υποφέρω περισσότερο, θα υπέφερα περισσότερο.
Κάλλιστος Ware 
Επίσκοπος Διοκλείας

Πέμπτη, Απριλίου 21, 2011

Ο Κήπος της Γεθσημανή



 

Παραιτήθηκε χωρίς έχθρα,
σαν να γύριζε δανεισμένα πράγματα,
τα θαύματά Του και τη δύναμή Του.
Και τώρα, ήταν σαν εμάς θνητός.

Βλέπεις την προέλαση των αιώνων,
σαν την πορεία προς Εμμαούς.
Μπορεί ν’ ανάψει τις καρδιές στο δρόμο.
Λόγω της φοβερής μεγαλοσύνης
που υπάρχει στο εθελούσιο μαρτύριο,
κατεβαίνει μέχρι τον τάφο.

"Κατεβαίνω στον τάφο
και στην Τρίτη μέρα «αναστήσομαι»…
Και σαν τις σχεδίες που πλέουν στο ποτάμι,
έτσι σε μένα για την κρίση,
όπως οι μαούνες στη σειρά,
οι αιώνες, από το σκοτάδι,
θα έρχονται παρασυρμένοι…

Borís Leonídovič Pasternàk
(1890-1960)


Τετάρτη, Απριλίου 20, 2011

Τη αγία και Μεγάλη Πέμπτη


 

Κατά τη Μ. Πέμπτη επιτελούμε ανάμνηση: (α) Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου. (β) Του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ' εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. (γ)Της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του. Και (δ) Της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα. 
Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν' αρχίσει το δείπνο ο ΄Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ' όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: <<όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ' όλους>>.
Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιό ορμητικός απ' όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε. 
Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε.
Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: <<Λάβετε φάγετε>>. Τό ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: <<Πιέστε απ' αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε>>. Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει. 
Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεό μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει.
Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του.
Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε.
Από 'κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωϊ.

 


ιμ πετρακη

Οι λυγμοί της πόρνης και του πατέρα τα δάκρυα






Το βράδυ της Μ. Τρίτης ως γνωστόν, στους ναούς των Ορθοδόξων όπου γης, ψάλλεται το περίφημο τροπάριο της Κασσιανής. Το απόλυτο αυτό αριστοτέχνημα λόγου και μέλους στο οποίο η χαρισματική βυζαντινή υμνογράφος εξέφρασε με τρόπο ακραία αληθινό και ποιητικά μοναδικό, τον καημό και το πάθος της «αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός».

Κάθε Μ. Τρίτη βράδυ αναπολώ με συγκίνηση τον παπά πατέρα μου, αυτόν των παιδικών μου χρόνων στο γενέθλιο νησί μας. Σοβαρός και ιεροπρεπής εξέρχονταν του ιερού προκειμένου να πάρει θέση στο δεξιό χορό για να ψάλλει ο ίδιος το «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…» περιστοιχιζόμενος από μια ομάδα ζωηρών εφήβων. Καμάρωνα μέσα μου τότε για την πρωτοκαθεδρία του πατέρα και πατώντας στις μύτες των ποδιών μου προσπαθούσα να ανασηκωθώ ώστε να βλέπω κάτι από το μεγάλο ορθάνοιχτο βιβλίο. Θυμάμαι την απόλυτη σιγή που επικρατούσε τότε μονομιάς στην εκκλησία και την αυστηρή  προσήλωση του πατέρα στην απόδοση του ύμνου. Αισθάνομαι ακόμη το βαρύ χέρι του που ακουμπούσε στον ώμο μου. Και στ’ αυτιά μου ηχεί ακόμη το ισοκράτημα της χορωδίας. Εκεί στο αναλόγιο της ενορίας μας, τα πρώτα συλλαβίσματα, «ψαλμωδίες γλυκές με τα πρώτα-πρώτα Δόξα Σοι» που λέει ο Ελύτης. Παιδικά αλησμόνητα βιώματα…

Μα κάτι ιδιαίτερο, μου προξενούσε ξεχωριστή εντύπωση κάθε Μ. Τρίτη…
 «Πόρνη προσήλθέ σοι», «Η πόρνη εν κλαυθμώ ανεβόα», «Το πολυτίμητον μύρον η πόρνη έμιξε μετά δακρύων», «Πόρνη επιγνούσα Θεόν» «Ήπλωσεν η πόρνη τας τρίχας σοι τω Δεσπότη»… Αυτά και άλλα πολλά, διόλου εύηχα, εκστομίζονταν κατ’ εξακολούθησιν μελωδικά στη διάρκεια όλης της βραδιάς. Παρά την αφελή μου τότε άγνοια υποψιαζόμουν πάντως ότι κάτι εξόχως τολμηρό λέγεται με μιαν επιμονή εντελώς ακατανόητη. Η περιέργεια με έτρωγε. Για να ρωτήσω τον πατέρα ζητώντας διευκρινίσεις ούτε λόγος. Κάτι μου έλεγε να μην το αποτολμήσω, να μην τον φέρω σε δύσκολη θέση. Και πάντως η διάχυτη και αόριστη εξήγηση περί «κακών γυναικών» που τυχαία έπιασε τ’ αυτί μου δεν με ικανοποιούσε καθόλου. Ύποπτα πληθωρικός ο λόγος σε μια ακολουθία, για τόσες πολλές και τόσο πολύ «κακές γυναίκες»! Αναζήτησα λοιπόν με τη δέουσα κρυψίνοια  τη σημασία της λέξης «πόρνη» στο παλιό λεξικό της πατρικής βιβλιοθήκης. Η επίμαχη όμως και υπερβολικά κομψευμένη λεξικολογική διατύπωση επέτεινε τη σύγχυση και την απορία μου. Τι σχέση αλήθεια, αναρωτιόμουν, θα μπορούσε να έχει μια  «γυνή εκδιδομένη επί χρήμασι» με το βούρκωμα στα μάτια και τη φωνή του πατέρα, που μας καθήλωνε όλους εκστατικά, μικρούς και μεγάλους, όση ώρα έψελνε το τροπάριο της Κασσιανής;

Κάπου τότε είναι που γεννήθηκε μέσα μου, πρώιμα και μυστικά, ένα δέος απόκρυφο για τις πόρνες. Όλες τις πόρνες. Τις πόρνες γενικώς! Τα χρόνια πέρασαν, η απορία μου λύθηκε και το δέος έγινε συμπάθεια. Τρυφερή και απέραντη συμπάθεια για την κατηγορία αυτή των γυναικών, των τόσο ανυπόληπτων στον θρησκευτικό και κοινωνικό μου περίγυρο.

Φοιτητής μάλιστα στην Αθήνα είχα την ευλογία να «γνωρίσω» πολλές από αυτές! Συνήθιζα  να περπατώ αμέριμνος  αργά τα βράδια στους δρόμους του κέντρου της πρωτεύουσας, δίχως υποψία φόβου και κυρίως ενοχών μη με δει κανένα μάτι. Άλλοτε γιατί έχανα το τελευταίο δρομολόγιο της γραμμής 732 Αθήνα-Άγιος Φανούριος που με πήγαινε στο σπίτι μου, άλλοτε για να αγοράσω φρεσκότατες τις κυριακάτικες εφημερίδες, από το βράδυ του Σαββάτου, στους πάγκους της Ομόνοιας. Κάποιες φορές πάλι απλώς για να … αλλάξω παραστάσεις.

Πλατεία Ομονοίας, Αγ. Κωνσταντίνου, Σωκράτους, πλατεία Βάθη, Λιοσίων, πλατεία Αττικής. Δρόμοι και πλατείες, τόποι απρόσιτοι, σχεδόν απροσπέλαστοι και σιωπηρά απαγορευμένοι τις νυχτερινές ώρες για τη συμβατική κοινωνική ευπρέπεια. Ένα τεράστιος μικρόκοσμος μυστηρίου και μαρτυρίου: λαθραίο  περιθώριο, υγρό καταγώγιο, σκοτεινός υπόκοσμος. Μικρό, περί, κατά, υπό. Μα γιατί τόσες μικρόψυχες  προθέσεις προσχηματικά τοποθετημένες μπροστά σε τόσο άθλιες διαθέσεις; Πόσες απαιτούνται επιτέλους, για να  περιχαρακώσουν τα σώματα και τις ψυχές τόσων ανθρώπων; Πόρνες, αλκοολικοί, τραβεστί, εξαρτημένοι, άστεγοι, σαλοί και τρελαμένοι. Υπολογίστε, σας παρακαλώ, ανάμεσα σ’ αυτούς και κάμποσους αγίους! Τι νομίζατε! «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» δεν λέει στη Γραφή; Πνευματικός νόμος! Πάει και τελείωσε. Ας σκούζουν οι ηθικιστές κάθε κοπής. Κάτι παραπάνω ήξερε ο Άγιος της Πολυκλινικής στην Ομόνοια, ο γέροντας Πορφύριος, που δεν απέφευγε τις κακοτοπιές και άγιαζε τα «κακά» κορίτσια την παραμονή των Φώτων μέσα στα ίδια τους τα σπίτια!

Αυτά τα κορίτσια του δρόμου, της φθηνής επιτήδευσης και των περίτεχνων ακκισμών, με το τσιγάρο στο χέρι, που καθώς περνούσες δίπλα τους, εκλιπαρούσαν προκλητικά την παρέα σου, πουλώντας σε ευτελιστική τιμή την τιμή και το μεγαλείο του προσώπου τους. Ανακαλούσα αίφνης τότε το τροπάριο της Κασσιανής με τον τρόπο του πατέρα και η συμπάθειά μου γι’ αυτές μεγάλωνε, αύξανε μέσα μου! Δεν έβλεπα τότε την ασχήμια του ρημαγμένου τους κορμιού, δεν διέκρινα πια πάνω τους τα στίγματα του πάθους, της ταλαιπωρίας, της αγοραίας εκμετάλλευσης. Δεν ήταν οίκτος, δεν ήταν από λύπηση, ήταν κάτι άλλο. Δεν ξέρω. Γι αυτό και θύμωνα πολύ μέσα μου κάθε φορά που περίεργοι περαστικοί, μέσα από την ασφάλεια του αυτοκινήτου τους, ασχημονούσαν με χυδαίες εκφράσεις και προσβλητικές χειρονομίες σε τούτα τα πλάσματα. Κάνε μας επίδειξη ανδρισμού τώρα κύριε κρετίνε!   

Τούτες τις εικόνες και τις αναμνήσεις ανασύρω έκτοτε κάθε χρόνο το βράδυ της Μ. Τρίτης. Και κάποιος καλός φίλος, ο οποίος δηλώνει αγνωστικιστής (και τι μ’ αυτό, εγώ τολμώ να δηλώνω χριστιανός!) μου εκμυστηρεύτηκε πρόσφατα το εκπληκτικό, ότι εκκλησιάζεται παραδόξως μια φορά το χρόνο. Όχι τα Χριστούγεννα, ούτε και το Πάσχα. Τη Μ. Τρίτη το βράδυ μου είπε, ανελλιπώς!

Κάπως έτσι κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η Μ. Τρίτη, αν όχι ολόκληρο το Μεγαλοβδόμαδο, ανήκει δικαιωματικά στις Πόρνες! «Ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού». Στις πόρνες που ξέρουν να αγαπούν προκαλώντας με τις τρελές τους ακρότητες. Να κατασπαταλούν απερίσκεπτα μύρο πολύτιμο στα πόδια του Μανικού Εραστή τους, του Χριστού. Απόλυτη προτεραιότητα. Να τους αφήσουμε χώρο στους ναούς αυτές τις μέρες. Να σεβαστούμε το δικό τους σφοδρό παραλήρημα, το δικό τους παροξυσμό μετάνοιας. Να ψάλλουν οι ίδιες με λαχτάρα τα τροπάρια που γράφτηκαν γι’ αυτές. Άξιον εστί!  Κι ας σταματήσουν επιτέλους τα κηρύγματα αυτή την Εβδομάδα, μήπως και ξεθάψουμε κάποτε τα διαμάντια των ύμνων που καταπλάκωσαν τόνοι φλύαρου και επιπόλαιου ηθικισμού μας.

Κι αν συμβεί και αναγνωρίσουμε κάποια από αυτές, τις όμορφες από την πολλή τους ταπείνωση γυναίκες, καλό να μεριάσουμε διακριτικά, να τους δώσουμε τη θέση μας και να χαμηλώσουμε εμείς το δικό μας βλέμμα. Είπαμε, ολάκερα δική τους η Εβδομάδα των Παθών, δική τους κι η Ανάσταση!

Υστερόγραφο: Στον πατέρα, με…μεγάλη όντως καθυστέρηση. Δεν μου εξήγησες ποτέ γιατί βούρκωνες κάθε Μ. Τρίτη. Δεν πειράζει, το κατάλαβα μόνος μου. Δεν με βομβάρδισες ποτέ με συμβουλές αποφυγής «κακόφημων» τόπων και αποστροφής «ανήθικων» ανθρώπων. Θα το δοκιμάσω στα εγγόνια σου. Μου αποκάλυψες όμως τον τρόπο να σέβομαι το ήθος των τροπαρίων και των ανθρώπων το ήθος. Ευγνώμων!
Γ.Μ. 
περιοδικό «Επίγνωση» τχ. 108  (Απρίλιος – Ιούνιος 2009)