ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Δος μου κι εμένα άνεση, Παναγιά μου,
πριν ν’ απέλθω και πλέον δεν θα υπάρχω.(Αλεξ. Παπαδ.)

Δευτέρα, Ιουνίου 28, 2010

Στους πρωτοκορυφαίους Πέτρο και Παύλο


Εμείς οι σύγχρονοι χριστιανοί, αδελφοί μου, παρασυρμένοι από το πνεύμα και τα ρεύματα της εποχής, έχουμε μιαν έφεση, ωσάν να είμασταν δούλοι και κοσμικοί άνθρωποι, να ηρωοποιούμε και να ειδωλοποιούμε, τους επιφανείς των καιρών, δηλαδή όσους η δημοσιότητα προβάλει ως ήρωες και είδωλα ανθρώπων, ως καθηγιασμένα πρότυπα ζωής, φθαρτούς και πολύ συχνά αμαρτωλούς ανθρώπους. Αποκομένοι από την Παράδοση και την ζωή της μητέρας Εκκλησίας, επιχειρούμε να χορτάσουμε με ξυλοκέρατα, αρεσκόμαστε να στήνουμε εικονικούς ανδριάντες στους σπουδαίους του κόσμου και ψάχνουμε εναγωνίως στάσεις και πρότυπα ζωής εκτός του Ευαγγελίου. Η πρώτη μας αγάπη ψυχράνθηκε. Τώρα είμαστε μιμητές της αμαρτίας και δούλοι σε παιδάρια και γύναια και στους καταδυνάστες του πνεύματος και του σώματος.

Όμως σε πείσμα των καιρών, η Εκκλησία που υπέρκειται καιρών και διαστάσεων, αγιοποιεί και ουσιοποιεί το καθ'ημέραν με τις μνήμες των αγίων της. Αυτών που ξεχώρισαν από τον κόσμο, αυτών που δεν τους ετύφλωνε πάθος κανένα και αγάπη ουδεμία, αλλά μόνο ο βαθύς και μονότροπος έρως της Εκκλησίας και του Νυμφίου Χριστού. Και ανάμεσα στους αγίους, τους φιλτάτους του Χριστού, οι οποίοι πήραν αντίστροφη πορεία απ'αυτόν τον κόσμο, που πορεύεται προς τας πύλας του Άδου, υπήρξαν οι πλέον αγαπητοί του, οι πρωτοκορυφαίοι των Αποστόλων, Πέτρος και Παύλος. Αυτά τα νοητά ύψη και τα τόσο κοντινά στις καρδιές μας, προβάλει η Εκκλησία πρώτον τιμητικώς και κατά χρέος, τον μεν Πέτρο τιμώντας ὡς τῶν ἀποστόλων προεξάρχοντα, τὸν δὲ Παύλο ὡς ὑπὲρ τοὺς ἄλλους κοπιάσαντα, όπως μας λέγει το τροπάρι του Εσπερινού. Και δεύτερον τους ανυψοί και τους προβάλει μέσα στο χάος το πνευματικό του κόσμου, ως αστέρια που δεν πλανώνται και ως στύλους του Χριστού πού δεν σείονται, όχι μόνο πρότυπα ηθικά και αναστήματα αποστολικά, αλλά ως τεθεωμένους και χαριτωμένους ανθρώπους, στους οποίους εντός ζούσε ο Χριστός, ως φίλους και ανθρώπους του Θεού, νηπτικούς και υψιπέτεις και καθηγιασμένους ναούς του αγίου Πνεύματος, που ελέγχουν με την παρουσία τους, όλη την ανοησία και αναξιότητα και ματαιότητα και φθαρτότητα και το θανατερό του κόσμου.

Με ποιά στέμματα λοιπόν λόγων επευφημίας να τους εγκωμιάσουμε, κατά το τροπάριο του εσπερινού; Ο Πέτρος, ο πρώτος και κορυφαίος των δώδεκα. Από την πρώτη εκκλησία ο προεξάρχων, ο μετά τον Κύριο Ιησού πατέρας των αποστόλων και της πρώτης Εκκλησίας. Εκεί όπου ξαπόσταιναν όλοι οι διωγμένοι από την ιουδαϊκή και ειδωλολατρική μανία. Αυτός που αξιώθηκε να παραστεί στην μεταμόρφωση του Χριστού και να νιώσει αμύητος ακόμα, την χαρά και την χάρη της παρουσίας του ακτίστου φωτός, ώστε να γίνει ο ίδιος θαβώριον όρος θεολογίας και φωτεινή λαμπάδα της διδασκαλίας. Ο Σίμων Πέτρος, ο ψαράς που άκουσε από τον Κύριο "και ποιήσω σε αλιέαν ανθρώπων", που κατέβηκε ως τον απελπιστικό άδη με την φοβερή αυτή άρνηση του Χριστού και υψώθηκε ως τον ουρανό με βαθιά και κατανυκτική μετάνοια. Ηταν αυτός που εκ μέρους των 12 έλαβε την αποστολική χάρη να κρατά τας κλείς της βασιλείας και σε βαθιά γεράματα αξιώθηκε του σταυρικού θανάτου για να ακολουθήσει τον Κύριο Του ακόμα και στον τρόπο μαρτυρίου με πόθο και χαρά μίμησης.

Ο μακάριος Παύλος, αυτός που έφτασε, ακόμα εν ζωή έως τρίτου ουρανού και άκουσε τα άρρητα ρήματα και τις θεϊκές αποκαλύψεις. Αυτός που από λυσσαλέος διώκτης έγινε ένθερμος απόστολος, ζηλωτής απόστολος, αυτός που ξεπέρασε σε ζήλο και σε έργο και αυτούς τους 12. Ποιά Εκκλησία ανά την οικουμένην δεν καυχάται για τον Παύλο, ως ιδρυτή και στύλο της και ποιός τόπος μέσα στην Μεσόγειο δεν έχει να επιδείξει κάποιον τόπο στον οποίο εμαρτύρησε ή διώχτηκε για το Ευαγγέλιο και την αγάπη του Χριστού; Ο Παύλος "το στόμα του Χριστού", τον οποίο Παύλο οι άγιοι αγάπησαν με αγάπη μανική και οι άθεοι εμίσησαν με μίσος άσβεστο. Η φωτεινή στήλη της αλήθειας πού άλλους τους μαγνητίζει και τους φωτίζει χαρμόσυνα και άλλους εκθαμβωτική και εκτυφλωτική ως Αλήθεια τους απωθεί και τους τυφλώνει και τους τρέπει προς φυγή ή κατηγορία.

Δεν μπορουμε να πούμε κάτι άλλο για τους δύο κορυφαίους των αποστόλων, όχι γιατί θα ήταν ανάξιο ή αταίριαστο, αλλά θα μας έπαιρνε ώρα πολλή να αναφερθούμε στο πνευματικό τους ύψος και στα πνευματικά τους κατορθώματα. Ας κλείσουμε, όπως αρχίσαμε. Ναι. Ας το παραδεχτούμε, χωρίς διάθεση υποκριτικού ελέγχου ή ηθικολογικής διδασκαλίας που λέγεται μόνο για να λέγεται: Η αγάπη μας η πρώτη ψυχράνθηκε. Κάνουμε λάθος επενδύσεις ζωής και ακολουθούμε σημαίες βλασφημίας, πορευόμαστε οπίσω των Βααλείμ, των ειδωλολατρικών θεοτήτων, του κέρδους, της αθεΐας, του φανταστικού, της εύκολης συγκινήσεως, του υπολογισμού, της φανταχτερής αλλά φθαρτής δόξας. Αυτή η ζωή μας σέρνει από την μύτη και δεν έχουμε διάθεση να την κερδήσουμε για τον Χριστό. Για όσους απο μάς χάσαμε τον δρόμο, για οσους ζούμε μέσα στην απελπισία και την άρνηση και την πνοή του θανάτου και της απιστίας, υπάρχουν δύο μεγάλα πρότυπα, δύο μεγάλοι ταπεινοί και εσταυρωμένοι δια Χριστόν υπερήρωες: Ένας που αρνήθηκε τον Χριστό για να ξαναγυρίσει με την μετάνοια ως Κορυφαίος: ο Πέτρος. Και ένας που μέχρι τα μέσα της ζωής του Τον κηνύγησε και τον εδίωξε: ο Παύλος. Ένας πρώην αρνητής και προδότης, ένας πρώην σταυρωτής και διώκτης. Αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας στις δύο αυτές εικόνες, στον πρότερο βίο των αποστόλων; Αν ναι επιστροφή υπάρχει και όχι μόνο επιστροφή και μετάνοια, αλλά και σωτηρία και δόξα και μόρφωση εν ημίν Χριστού του Θεού.

Ας επιστρέψουμε στην αρχαία αγάπη. Οι άγιοι πρωτοκορυφαίοι απόστολοι μας έδειξαν τον δρόμο...



Ιούνιος 2010
π Παντελεήμων Κ.

Σάββατο, Ιουνίου 26, 2010

Νήφωνας ο Κελλιώτης



Χρ. Γιανναρά

...Έτσι έγινε είκοσι χρονώ ο Πορφύρης κι ο γέροντας είπε πως είναι καιρός να πάρει τη δωρεά του μεγάλου και αγγελικού σχήματος. Τον κάνανε λοιπόν μοναχό, μεγαλόσχημο. Του άλλαξαν το όνομα, τον είπανε Νήφωνα. Ο Πορφύρης απόμεινε μέσα στις αναμνήσεις μαζί με τη μορφή της μάνας και το κορμί του πατέρα τυλιγμένο στην κουβέρτα. Άλλο τίποτα δεν άλλαξε στη ζωή του, μόνο που φόρεσε τα σημάδια του μεγαλόσχημου I(ησούς, Χ(ριστός) ΝΙ(κά), στη μέση ένας σταυρός πάνω στο κρανίο του Αδάμ. Τ(ούτο) Σ(ημείον) Φ(οβερόν) Δ(αίμοσι).

Στην άκρη του βράχου οι μέρες κι οι νύχτες κυλούσαν καθώς το βρόχινο νερό. Ο γέροντας κατάπεσε, σέρνονταν το βήμα του κι η φωνή αδυνάτισε. Τότε ήταν που έφτασε στο καλύβι ο πρώτος άνθρωπος από τον κόσμο, ένας αρχιμανδρίτης, πρωτοσύγκελλος, με σιδερωμένο ράσο κι άσπρα μανικέτια. Τον κέρασαν σύκα και ρακί. Έμεινε μαζί τους και στην αγρυπνία. Το πρωί ξεμονάχιασε το Νήφωνα, ρωτούσε τα χρόνια του και τα γράμματα που ξέρει. Να τον πάρω στην πόλη; είπε στο γέροντα. Θα πάει στη Σχολή να βγει κληρικός. Ο,τι πει μονάχος του, απάντησε ο γέροντας. Κι ο Νήφωνας είπε όχι, χωρίς κι ο ίδιος να ξέρη γιατί, μόνο που είπε "όχι".

Δεν πέρασαν μέρες πολλές και κάποια νύχτα ο γέροντας άφησε στη μέση την αγρύπνια του. Ξάπλωσε στα στρωσίδια κι όταν ο ήλιος ψήλωσε το πρόσωπό του ήταν λευκό, σαν τη γενειάδα του. Δε σάλεψε. Ήρθε ο παπάς από τη σκήτη, τον δίπλωσαν στο ράσο, τον έρραψαν μέσα στο ράσο, και τον απόθεσαν στη ρίζα της μυγδαλιάς, δίπλα στο περιβολάκι. Ο Νήφωνας μάζεψε αγριολούλουδα και στόλισε το σταυρό. Έφτιαξε κι ένα καντύλι για τον τάφο με το περισσευούμενο ποτήρι του γέροντα.

Ο καινούργιος γέροντας ήτανε δύστροπος, είχε ρευματισμούς και θύμωνε, τάβαζε με το Νήφωνα. Ο Νήφωνας δεν ήταν πια παιδί, μα δε γύρισε ποτέ λέξη στο γέροντα. Πέρασαν οι δυο τους δέκα χρόνια ζωής. Στο τέλος των δέκα χρόνων ήρθε ο δεύτερος επισκέπτης στο καλύβι. Ήταν ο αδερφός του Νήφωνα, είχε γίνει στην πόλη παπάς. Ο Νήφωνας του φίλησε το χέρι κι εκείνος τον φίλησε στο μέτωπο. Ήταν παντρεμένος, είχε και τρία παιδιά. Του είπε για τη μάνα, που είχε πεθάνει πριν πέντε χρόνια. Του είπε και για την αδερφούλα, τη μικρή μικρή, τη Βάγγω, που είχε πεθάνει με το Δάγκειο. Η Λενίτσα ήταν παντρεμένη στο χωριό, ο άλλος αδελφός βγήκε γιατρός και ζούσε στην πόλη, έμεναν κι άλλοι δυο, oι πιο μικροί, που τέλειωναν τώρα το γυμνάσιο. Ο Νήφωνας χάραξε στη μέση ένα χαρτί. Έγραψε στη μια τους ζώντες, στην άλλη τους τεθνεώτες. Έβαλε πρώτο τον γέροντα, ύστερα τον πατέρα, τη μάνα και τη μικρή Ευαγγελία. Μα και οι ζώντες ήταν στη μνήμη του τόσο μακρινοί, συχνά δε μπορούσε να τους ξεχωρίσει μεσ' στη σκέψη του...

ολόκληρο εδώ

Τρίτη, Ιουνίου 22, 2010

O ησυχασμός ως βιωμένη φυσιολογία



Κάποτε, μου συνέβη ένα γεγονός με το οποίο θα κλείσω, ήμουνα νεαρός πρεσβύτερος και διακονούσα σε κάποια χωριά έξω από την Θεσσαλονίκη και ταυτόχρονα ήμουνα βοηθός στην θεολογική σχολή ενός πολύ μεγάλου θεολόγου. Αυτό το οποίο ζούσα, γράφοντας και την διδακτορική διατριβή μου στην θεολογική σχολή ταυτόχρονα, ήταν μια φοβερή αντίθεση. Από την μία στην θεολογική σχολή είχα επαφή με τα μεγάλα της θεολογίας και παράδοξα και τα δυσνόητα και τα βαθυνόητα και από την άλλη σαν ένας παπάς σε 10 χωριά που μου είχε αναθέσει ο τότε επίσκοπός μου, τρία-τέσσερα χωριά στα οποία πήγαινα και έκανα τον ιεροκήρυκα, αυτό έκανα τότε. Ένοιωθα φοβερή μοναξιά, διότι δεν με καταλαβαίνανε, ή εγώ ευθυνόμουνα που δεν με καταλαβαίνανε.
Έλεγα λοιπόν 5 πράγματα, έβλεπα ότι ο κόσμος έ, άκουγε ότι άκουγε, γύρναγε έσκυβε το κεφάλι και εντάξει συνέχιζε κανονικά την ζωή του, σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Η μοναξιά αυτή ήτανε βαρύ αίσθημα, έλεγα μα τι κάνω εγώ σαν παπάς αυτή την στιγμή, τι νόημα έχει να ξαναπάω την Κυριακή και να ξαναμιλήσω στον τάδε, χωριό αφού πάλι ...; ναι, δεν μπορούσα, δεν λέω ότι είναι εύκολο αλλά, σήμερα σας είπα διάλεξα να μιλήσω δύσκολα, θέλω να πω πιστεύω ότι το ακροατήριο έχει τέτοιες δυνατότητες, αλλά έμαθα πολλά από τότε, πάντως είχα μεγάλη δυσκολία. Λοιπόν κάποια στιγμή μου συνέβη το εξής θαυμαστό γεγονός, με το οποίο ο Θεός σαν να μου έμαθε πολλά πράγματα.
Μια από αυτές τις Κυριακές, τελείωσε η Θεία Λειτουργία, μου λέει ο παπάς, ένας απλός παπάς και δύο απλοί-απλούστατοι επίτροποι, αγράμματοι άνθρωποι, πάμε να πιούμε πάτερ έναν καφέ, προτού φύγεις. Μην φύγεις έτσι, εντάξει. Τελειώνει η Λειτουργία, εγώ πάντα θλιμμένα πολύ μέσα στην μοναξιά κλπ κλπ κλπ. Και πάμε να πιούμε τον καφέ στην πλατεία του χωριού. Εκεί λοιπόν που πίναμε τον καφέ, ξαφνικά γυρίζει ο ένας από τους επιτρόπους, με κοιτάζει και μου λέει:
- Λοιπόν πάτερ (-μου λέει) εγώ με τον κυρ-Γιάννη από εδώ (-κυρ-Γιάννης ήταν ο άλλος ο επίτροπος) είχαμε μία απορία. Ο ναός μας εδώ δεν ήταν καθαγιασμένος - δεν είχαν γίνει, ναι - και είχαμε την απορία, μη όντας καθαγιασμένος από τον επίσκοπο, τα μυστήρια και η Θεία Λειτουργία δεν ήταν κανονικά;
Λέω ωχ, ωχ τι γίνεται εδώ! τέτοια απορία, μου έκανε εντύπωση. Και λέει:
- Ξέρεις τι κάναμε, είπαμε να κάνουμε τρεις εβδομάδες νηστεία, για να μας δείξει ο Θεός. Και κάναμε, και πραγματικά μια Κυριακή προτού έλθει ο Δεσπότης να κάνει τα αυτά, είδαμε την ώρα της Θείας Λειτουργίας ξανά αυτό το φως.
Εγώ άρχισα να θορυβούμαι:
- Ποιο φως, τι φως;
- Εκείνο το φως, το αείφωτο, βλέπεις μετά τον ήλιο και νομίζεις ότι είναι σκοτάδι, ένα φως το οποίο κατεβαίνει και βλέπεις πράγματα, πολλά πράγματα, καταστάσεις, παρόν, παρελθόν, το μέλλον εκεί μέσα κλπ.
Άρχισα να συγκλονίζομαι, είχα να κάνω με ανθρώπους που είχαν την εμπειρία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και του αγίου Συμεών του νέου θεολόγου και βέβαια και ο άλλος ευλογούσε εκεί και ο απλός ο παπάς έλεγε κι αυτός ναι, ναι, ήτανε όλοι σαν ...; Ήταν συγκλονιστική η εμπειρία αυτή για μένα, βέβαια δεν σταμάτησε εκεί αλλά άρχισα να τον ψάχνω αυτόν τον επίτροπο, αυτόν τον απλό άνθρωπο.
- Πώς ζεις εσύ, (αφού έπαθα το σοκ το οποίο με συνόδευε για χρόνια μετά). Πώς ζεις εσύ;
- Έ πώς ζω εγώ, φτωχά.
- Τι κάνεις, πως ακριβώς περνάς την μέρα σου, τι ακριβώς κάνεις στην διάρκεια της μέρας;
- Δεν κάνω (-λέει) απολύτως τίποτα, δεν έχω (-λέει) κάποια ιδιαίτερη αυτή, αγαπώ τον Θεό αλλά λίγη υπομονή κάνω. Λίγη υπομονή κάνω.
Είχε υπομονή αυτός, ξέρεις τι θα πει υπομονή; Υπομονή σημαίνει αυτός ο σταυρός της ελευθερίας να αγκαλιάζει τους άλλους. Εκεί μέσα αποκαλύπτεται ο Θεός.
Αυτό είναι το μεγαλειώδες δίδαγμα, ο ησυχασμός είναι βιωμένη φυσιολογία, μην νομίζετε ότι ο ησυχασμός, εσείς οι θεολόγοι, είναι ατομική επίδοση όπως κάνουν οι ινδουιστές ή αυτοί οι οποίοι καταργούνε το θέλημα για να δούνε τα θεάματα. Είναι αυτό το άνοιγμα στην κοινωνία, και με τον τρόπο αυτόν γίνονται μεγάλες αποκαλύψεις τις οποίες εγώ φυσικά, ως υποψήφιος διδάκτωρ και μετέπειτα δεν αξιώθηκα, ούτε αξιώθηκα έκτοτε. Ευχαριστώ για την υπομονή σας.

π. Νικόλαος Λουδοβίκος


http://anastasiosk.blogspot.com/

Δευτέρα, Ιουνίου 21, 2010

Nαυπάκτου Ιερόθεος "Οι σύγχρονοι τοκογλυφοι"


Σε δύσκολες εποχές, όπως οι σημερινές, εμφανίζονται και διάφοροι τοκογλύφοι που εκμεταλλεύονται την ανημπόρια του λαού ή των λαών και πλουτίζουν χωρίς να έχουν μέσα τους κανένα αίσθημα αγάπης και συμπόνοιας για αυτούς που δυστυχούν.

1 Η τοκογλυφία ορίζεται ως ο δανεισμός χρημάτων με υψηλό επιτόκιο που συνήθως είναι παράνομο. Αυτό προκαλείται από συγκεκριμένα άτομα που εκμεταλλεύονται κάθε δύσκολη κατάσταση των συνανθρώπων τους. Μερικές φορές αυτό γίνεται και μέσα από τη λεγόμενη «νόμιμη» οδό, όταν οι τραπεζίτες προτρέπουν τους ανθρώπους να λαμβάνουν καταναλωτικά ή άλλα δάνεια, εκμεταλλευόμενοι την τάση τους για ευμάρεια, ευδαιμονία και εύκολο πλουτισμό.


Στην τοκογλυφία μπορώ να εντάξω και τις λεγόμενες παγκόσμιες «αγορές» που ανεβάζουν τα επιτόκιά τους, τα λεγόμενα σπρεντς, εκμεταλλευόμενοι μερικές δύσκολες καταστάσεις που περνούν διάφορες χώρες. Δεν μπόρεσα να «χωνέψω» αυτόν τον όρο «αγορές» που παρουσιάζεται τόσο εύηχα, σαν να πρόκειται για τα γνωστά μας καταστήματα, από τα οποία προμηθευόμαστε τα αναγκαία για τον βίο μας!

Οταν όμως σε αυτές τις παγκόσμιες «αγορές» της καπιταλιστικής κοινωνίας οι συζητήσεις γίνονται με «γεμάτο το πιστόλι πάνω στο τραπέζι», έστω κι αν αυτό λέγεται μεταφορικά, τότε δεν πρόκειται για συνηθισμένες αγορές, αλλά για συνομιλίες με ανθρώπους που κάνουν οικονομικά εγκλήματα, για να μη χρησιμοποιήσω έναν άλλον αγγλικό όρο.

2 Από πλευράς χριστιανικής η τοκογλυφία είναι ένα έγκλημα και ο τοκογλύφος είναι πράγματι ένας εγκληματίας, με κοινωνικό και αγγελικό πρόσωπο. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ομίλησαν σκληρά και κατήγγειλαν την τοκογλυφία, όπως επίσης κατηγόρησαν με ισχυρές λέξεις τον τοκογλύφο που δρα στις ανθρώπινες κοινωνίες.

Ο Μ. Βασίλειος χαρακτηρίζει τον τόκο «πονηρών γονέων, πονηρόν έκγονον». Περιγράφει με απαράμιλλο λόγο τη νοοτροπία του τοκογλύφου που προσφέρει στους ανθρώπους «δηλητήρια», και ομοιάζει με τους γιατρούς που αντί να θεραπεύουν τους αρρώστους, τους αφαιρούν και την ελάχιστη δύναμη που έχουν.

Στη συνέχεια περιγράφει την κατάσταση του δανειζομένου, ο οποίος στην αρχή που παίρνει το δάνειο είναι χαρούμενος, γιατί επέτυχε τον σκοπό του, αλλά μετά ζει έναν εφιάλτη, ακόμη και στον ύπνο του, όταν πρόκειται να αποδώση το δάνειο. Ο δανειστής ομοιάζει με τον «σκύλο» που τρέχει στο θήραμά του, και ο δανειζόμενος αισθάνεται ως θήραμα που τρέμει τη συνάντηση αυτή.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρεί την τοκογλυφία ως «εσχάτην αναισχυντίαν», αφού ο τόκος είναι «διαβεβλημένος και κατηγορίας άξιος», πρόκειται για «ευπρόσωπον αρπαγήν, ευπροφάσιστον πλεονεξίαν». Θεωρεί ότι οι τόκοι ομοιάζουν με τα φίδια που κατατρώγουν τις ψυχές των δυστυχισμένων ανθρώπων περισσότερο από τα γνωστά δηλητηριώδη φίδια.

3 Υπάρχουν όμως και μερικοί άλλοι τοκογλύφοι που δεν εκμεταλλεύονται την οικονομική ανέχεια του λαού, αλλά τις ελπίδες και τις προσδοκίες του.

Οι συνάνθρωποί μας ελπίζουν να ζήσουν σε μια κοινωνία όπου θα επικρατή η διαφάνεια, η αξιοκρατία, η κοινωνική δικαιοσύνη, η φιλανθρωπία, ο αλτρουισμός, η νοηματοδότηση του βίου κ.λπ., και όμως πολλές φορές διαψεύδονται από τα πράγματα, γιατί κάθε φορά εμφανίζονται διάφοροι «τοκογλύφοι» που εκμεταλλεύονται τις προσδοκίες των ανθρώπων, κατασπαράζουν τις ελπίδες και τα όνειρά τους.

Τέτοιους τοκογλύφους βρίσκουμε συνεχώς δίπλα μας. Είναι οι θρησκευτικοί ηγέτες που εκμεταλλεύονται και κατασπαράζουν το λεγόμενο θρησκευτικό συναίσθημα του λαού, με διάφορους τρόπους, χειρότερους από το κοινό έγκλημα, γιατί στην περίπτωση αυτή σκοτώνουν την ψυχή των ανθρώπων.

Είναι οι πολιτικοί άρχοντες που χρησιμοποιούν ως δολώματα διάφορες μαγικές λέξεις με τις οποίες κλέβουν την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων τους, όπως «μεταπολίτευση», «αλλαγή», «κάθαρση», «εκσυγχρονισμός», «επανίδρυση του κράτους» κ.λπ. Είναι λέξειςόπλα που σκότωσαν τις ελπίδες και τις προσδοκίες του λαού και τον οδήγησαν στην απόγνωση και στην έκφραση μεγάλου θυμού που ελπίζουμε να δράση θετικά στην κοινωνία μας.

Το εκπληκτικό είναι ότι όλη αυτή τη διάψευση των ελπίδων, των προσδοκιών και των οραμάτων του λαού την προξένησαν μερικοί της ηρωικής γενιάς του Πολυτεχνείου, που όταν κλήθηκαν να κυβερνήσουν τον λαό, τον διέψευσαν. Και διερωτάται κανείς: πώς και γιατί καταπνίγονται τόσο ευγενικά οράματα, όπως της παιδείας, της ελευθερίας και της ευημερίας;

Τα τελευταία σαράντα χρόνια αποκτήσαμε μια συμπεπυκνωμένη πείρα, αφού ζήσαμε διάφορες δικτατορίες, ήτοι στρατιωτικές, πολιτικές, ιδεολογικές, κοινωνικές, θρησκευτικές, σε όλα τα επίπεδα της ζωής μας, γνωρίσαμε διάφορους «τοκογλύφους». Θα έπρεπε όλη αυτή η πείρα να μας διδάξη, να μας ανοίξη το μυαλό για να δούμε καθαρότερα τα πράγματα. Αν τώρα δεν διδαχθούμε από αυτή τη συμπεπυκνωμένη πείρα, τότε είμαστε άξιοι της τύχης μας.

Η βασική πρόταση είναι να διδαχθούμε από όσα έγιναν, και κυρίως να απαξιώσουμε δημιουργικά τους ποικιλώνυμους και ποικιλότροπους τοκογλύφους του λαού, που σκοτώνουν τα οράματά του και τις προσδοκίες του.

Ο καθένας θα πρέπει να αναλάβη τις ευθύνες του στο προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο που ζει. Και ας αρχίση το δημιουργικό έργο, όπως έχει γραφή εύστοχα, από τις προσεχείς εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση με το να αναδείξη τους κατάλληλους ηγέτες, πέρα από τις κομματικές επιλογές.

Απλά λόγια για πολυσύνθετες καταστάσεις

Ο τρόπος ζωής που μας άφησε ο Χριστός μας
καθιστά ελεύθερους. Είναι εφαρμογές και στάση ζωής που έχει ως κέντρο την λιτότητα,την λαθότητα και την ολιγάρκεια. Ό,τι πραγματικά αξίζει είναι μόνο πνευματικό. Κανείς δεν μπορεί να άρει τον θησαυρό που κρύβεις εντός σου. Τον Χριστιανό δεν τον αγγίζει καμία κρίση. Λίγη περισσότερη γενναιότητα χρωστάμε στον εαυτό μας και τίποτ'αλλο.


Οσο για την Ελλάδα; Ήταν πάντα υπόδουλη σαν κράτος στην κάθε Βαβυλώνα. Η δουλεία μας αξίζει 100%. Ρίξανε τα δολώματα εδώ και δεκαετίες και εμείς
τσιμπήσαμε. Ουσιαστικά δεν άλλαξε τίποτα. Δεν αλλάξαμε καν ...σφαίρα επιρροής. Μας αξίζουν τα πάντα.


Για το θέμα αδικία; Ημέρα Κυρίου επί
πάντα υβριστήν και υψηλόν και μετέωρον. Τόσο απλά. Τόσο επιγραμματικά. Τόσο σίγουρα.

Και βέβαια πονώ. Και βέβαια δεν επικροτώ την αδικία, την υποκρισία,το άρπαγμα της μπουκιάς μέσα από το στόμα την εκμεταλλευση. Όμως αφ'ης στιγμής αποστατούμε από την πνευματικότητα και βάζουμε σαν πρώτη προτεραιότητα τον υλιστικό ευδαιμονισμό και τον κτηνώδη καταναλωτισμό, μας αξίζει ο,τιδήποτε έρχεται. Ο δούλος είναι πάντα δούλος. Όποιος ζούσε ελεύθερος σε καιρό ελευθερίας ή "ελευθερίας" εξακολουθεί να παραμένει ελεύθερος. Και ο νοων νοείτω...

Χάσαμε πολλές ευκαιρίες σαν λαός. Είχαμε ή μάλλον έχουμε την ορθοδοξία, σαν βασικό στοιχείο της ταυτότητας ή του πολιτισμού μας και ποιά ήταν η στάση μας;

Ή ψωροπερηφανευτήκαμε γι'αυτήν ως άλλος τίς περιούσιος λαός του Θεού, χωρίς όμως να μπούμε στην διαδικασία να καταλάβουμε τί εστί ορθοδοξία και πώς μπορούμε και σε εθνικό επίπεδο να βαδίσουμε ορθόδοξα. Όχι ως civitates dei. Όχι ως θεοκρατία. Απλά ορθόδοξα. Αξιοποιώντας κάποιες βασικές αλήθειες πού ήταν αυτονόητες για τον "βυζαντινό" παππού μας.



Ή απλώς την απορρίψαμε σαν κάτι αρχαίο,ξεπερασμένο, ακόμα και ανθελληνικό(!) για να ακολουθήσουμε ξενόφερτες κουλτούρες ή συνηθέστερα υποκουλτούρες.



Περηφανευόμαστε για την ελληνική μαγκιά μας. Ε, λοιπόν δεν είμαστε μάγκες. Ειμαστε ψωροπερήφανοι βαλκάνιοι πού δεν αξίζουν την κληρονομιά τους.
Να σώσουμε ό,τι ακόμα σώζεται. Εκεί είναι το στοίχημα.


Αν έχει μείνει πνευματικός άνθρωπος σ'αυτόν τον τόπο, πνευματικός με την ορθόδοξη έννοια, ας πολιτεύεται ανάλογα. Θα νικήσουν τα πρόσωπα. Να νικήσουν τα πρόσωπα. Η μάζα θα είναι πάντα μάζα και όσο δεν απαρνιέται την φύση και την μοίρα της θα συντρίβεται. Τόσο απλά,τόσο επιγραμματικά και τόσο σίγουρα.

Σάββατο, Ιουνίου 19, 2010

Η ομηρεία ενός ναού ... μουσείου!


Πολλές φορές φαίνεται πώς κάνω απλά υπερβολικές σκέψεις, σκέψεις πού ο κόσμος χαρακτηρίζει απόρροια μισαλλοδοξίας ή τυφλού φανατισμού. Ας είναι. Σε μια κοινωνία ελεύθερης έκφρασης πού πάσχει για την πολυφωνία και επιζητεί την τιμιότητα, πρέπει να υπάρχουμε και κάποιοι "άτιμοι", "μισαλλόδοξοι" και στραβοξυλιασμένοι για να διατηρείται μια πρέπουσα ισορροπία. Όταν μάλιστα αυτή η ισορροπία είναι απαραίτητη για να μην επιβεβαιώνουμε την ανωτερότητα και τον πολιτισμό μας.Όμοια και την υπεροχή τους τινές, έναντι των απολιτίστων και αμορφώτων ημών.

Υπηρετώ στον μητροπολιτικό ναό της Καλύμνου. Ο ναός χαρακτηρίζεται αξιοθέατο μιας και φιλοξενεί(!) το περίφημο τέμπλο του οίκου Χαλεπά και τις περίφημες δυτικότροπες εικόνες(ωστόσο, υποκειμενική άποψη, με άπλετο "δικό" μας φως), προτείνεται από όλους τους σοβαρούς τουριστικούς οδηγούς και προσελκύει τους τουρίστες σαν κάτι το ιδιάζον και περίφημο του τοπικού πολιτισμού μας. Χαρακτηριστικά, ονομάζεται και από πολλούς ημετέρους "μουσείον", λες και δεν πρόκειται για ζωντανό χώρο λατρείας , αλλά για κάτι το αξιοθέατον και ιδιαίτερον, που μας γεμίζει τοπική υπερηφάνεια. Και πανάθεμα με αν βέβαια οι περισσότεροι αισθάνονται και αυτή την καλλιτεχνική αξία των πινάκων και του τέμπλου. Στην Ελλάδα τα απεμπολούμε όλα στο όνομα του ειδημονικού καθωσπρεπισμού και της τουριστολαγνείας, πού καθιστά και τον πλέον αμόρφωτο, αν μη τί άλλο έμπειρο εκτιμητή έργων καλλιτεχνικών και αρχαιοτήτων. Και το πλέον απρεπές και βλάσφημο και ελεεινό;; Οφείλουμε να είμαστε θεματοφύλακες της μουσειολατρίας και τιμητές του αρσακειαδισμού τινών παραγόντων πού δεν επιτρέπουν παρεμβάσεις, έστω και λειτουργικές και "μελετημένες" εν τω ναώ, εν τω ναώ που διακονούμε, εν τω ναώ πού είναι βωμός της λατρείας του υπερτάτου και όχι της φύλαξης του υποκειμενικά καλλιτεχνικού και ωραίου.

Προσωπικά, λατρεύω κάθε πίνακα και κάθε σπιθαμή αυτού του ναού. Πρόκειται για ένα υποβλητικό και επιβλητικό περιβάλλον που σε ανεβάζει σε άλλες σφαίρες και ας μην έχει το δικό μας "χρώμα", το "βυζαντινό", το παραδοσιακό και κατανυκτικό . Επίσης, το λατρεύω και ας είμαι άσχετος από καλλιτεχνίες και αισθητικές, γιατί περιέχει εν πίναξι και σκεύεσι και τέμπλω όλη την καλλιτεχνική και οικεία ζωγραφική μας παράδοση, την οποία διασώζει και για την οποία είμαστε ψωροπερήφανοι. Ας είναι ο τάδε πίνακας της μεταμόρφωσης, αντιγραφή απ'τον Ραφαήλο ή η τάδε pietas κακότεχνο αντίγραφο του πρωτοτύπου του δασκάλου . Είναι δικά μας. Ζυμωμένα με το δικό μας φως, την ιστορία, το λιβάνι και την παράδοση. Είναι πράγματα χαϊδεμένα , ημέτερα. Κανενας καθηγητής αισθητικής από το υψηλό του έδρανο δεν μπορεί να μας πείσει πώς είναι κακότεχνα και κοινά αντίγραφα. Αν και απο αισθητικής πλευράς μερικά είναι απλά αριστουργήματα. Αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Ξεφύγαμε...

Ο λόγος περί ομηρείας. Και πρώτον η ομηρεία μας εις χείρας ειδήμονας και προστατευτικάς τοπικών παραγόντων που μπερδεύουν την πολιτική με τον πολιτισμό, την υπευθυνότητα με τον κοτζαμπασισμό και την τάχα ευσέβεια και τον φιλοπολιτισμό με έναν σχεδόν ... καθηκοντικό αντικληρικαλισμό. Οφείλουν τα παιδάκια εκείνα τα λαοπρόβλητα, να προστατέψουν το "μουσείον"(ως της βλασφημίας και της παραφροσύνης τέτοιου χαρακτηρισμού) από τους άσχετους βαρβαροπαπάδες, οι οποίοι είναι όμηροι της επαρχιώτικης βλαχιάς του κάθε καραγκιοζάκου και αποτρέπονται να κάνουν οποιαδήποτε "εικαστική παρέμβαση" στον ναό(στην πραγματικότητα πρόκειται για θέματα ευταξίας και ευπρεπισμού) για να μην χαλάσουν την πολιτιστική και αισθητική του αξία. Παράλληλα, ενώ άλλα κτίσματα επιδοτούνται, ευτρεπίζονται και διασώζονται, το κόσμημα αυτό της Καλύμνου, για το οποίο ψωροπερηφανεύονται όλοι οι ειδήμονες αφήνεται στην τύχη του, με εικόνες ακάθαρτες, με τέμπλο αλλοιωμενο από αρρώστια του μαρμάρου, με σοβάδες να πέφτουνε. Και όταν γίνει λόγος για ευπρεπισμό ή αναστήλωση τίθεται απαραίτητη προϋπόθεση να "φιλήσουμε την παντόφλα" του κάθε μάγκα, προκειμένου να έχουμε και άποψη.

Δεύτερο θέμα ομηρείας. Η κολακεία προς τους ημεδαπούς και αλλοδαπούς τουρίστες. Ήτοι να αφήσουμε ξέφραγο τον ναό να μπαίνει ο κάθε ξεβράκωτος και η κάθε αναίσχυντη εντός να προσκυνά και να περιεργάζεται(!). Είπαμε θερινή περίοδος, μουσείον γαρ ο ναός και ούτως είναι απολύτως φυσιολογικό να μπαίνουν οι μπικινοφορούσες και οι σορτσοφόροι στον τόπο λατρείας του Θεού, με αναισχυντία και περιέργεια και πολλές φορές με ύφος ειρωνικό πατερναλιστικο αποικιοκράτη που θαυμάζει και ειρωνεύεται την γραφικότητα των ανόητων γραικών με βάρβαρα επιφωνήματα και ανθυπομειδιάματα αρείου. Θυμάμαι , πού συνέλαβα δύο τουριστριούλες έξω ακριβώς από το άγιο βήμα, ενώ ένας τρίτος(μάλλον αρσενικού γένους) εντός του βηματος περιεργαζόταν με την ησυχία του, τον σταυρό ευλογίας της αγίας τράπεζας! Το λιγότερο πού θα μπορούσα να κάνω είναι να καλούσα την αστυνομια. Περιορίστηκα να τον σύρω έξω και να τους ζητήσω να φύγουν με αυστηροτατο ύφος. Ο βησιγοτθισμός σε όλο του το μεγαλείο. Γιατί δεν μπορώ να δεκτώ έστω για μια στιγμή πώς ο κύριος αυτός δεν είχε δει αλτάριο(ας το πούμε έτσι) στην ζωή του και να μην ήξερε τα όρια και τους στοιχειώδεις κανόνες συμπεριφοράς και σεβασμού των θρησκευτικών χώρων λατρείας ανά άπασαν την οικουμένην. Οφείλω, βέβαια να πώ πώς πολλοί ξένοι μπαίνουν ευπρεπώς ενδεδυμένοι στον ναό, κυρίως καθολικοί, περιεργάζονται και θαυμάζουν τον χώρο , από την περιοχή του προσκυνηταρίου και φεύγοντας κάνουν με συγκινητική ευλάβεια τον σταυρό τους(ας είναι και με τα τέσσερα δάκτυλα) , πού σε κάνει να σκέφτεσαι: ναι υπάρχει Θεός και η καταγωγή του ανθρώπου είναι από τον Θεό. Πάντως, ο ναός είναι ναός και οφείλει ακόμα και ο βασιλιάς να μπαίνει σ'αυτόν με την στοιχειώδη ευπρέπεια και την κατάλληλη ενδυμασία. Και όποιος δεν καταλαβαίνει ή δεν θέλει να καταλάβει αυτή την αυστηρότητα, ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ ΠΟΥ ΠΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΕΙ.

Όσο και αν θέλουν να μας πείσουν κάποιοι, ημέτεροι ή αλλογενείς πώς είμαστε μια Μπανανία ανεκδιήγητων οττεντότων πού οφείλουν να κάνουν τεμενάδες στα υπερβόρεια γένη και να ξεπουλούν τα πάντα στους βωμούς της εύκολης δεκάρας, δεν θα το καταφέρουν. Μετά και από τα πρόσφατα γεγονότα, ο έλληνας θα έπρεπε τουλάχιστον να ήταν πιο υποψιασμένος, πιο επαναστατημένος τολμώ να πώ και όχι να εξακολουθεί να πορεύεται με ραγιαδισμό και με την γλοιωδία του yes sir και το κόμπλεξ κατωτερότητας του γραικύλου.

Ο Έλληνας σήμερα αρνείται την αρχοντική καταγωγή του, ακόμα και ο πιο συνειδητοποιημένος μιλά για κορεσμό τέτοιων ύποπτων ιδεών εθνικής υπερηφάνειας. Όμως η αρχοντιά κάθε λαού και κάθε ανθρώπου δεν αίρεται αν δεν την ξεπουλήσεις. Κανείς δεν μπορεί να σας παρει τον θησαυρό πού κρύβεται μέσα σας. Ας λάβουν γνώση οι προσκυνημένοι.

Κλείνω με σχετικό ποίημα του π. Βασιλείου Θερμού:

Το μοναστήρι του νησιού/ επισκέφτηκαν οι τουρίστες. Με τα σορτσάκια τους δοκίμασαν/ τα πεπαλαιωμένα στασίδια. Δείχνοντας τις ξεθωριασμένες τοιχογραφίες /πιστοποίησαν την υπεροχή των νυχιών τους./ Εν γένει επεκράτησε άνεση/ και φιλοπερίεργη ζωηρότητα./ Αλλωστε η ποσότητα του αντηλιακού/ εγγυάτο ότι δεν κινδύνευαν/ από τον Ηλιο της Δικαιοσύνης»-«Daily Excursions».

Παρασκευή, Ιουνίου 18, 2010

Ο άνθρωπος είναι ένα ον που πεινάει




Ο άνθρωπος είναι ένα ον που πεινάει. Πεινάει όμως για το Θεό. Πίσω από όλες τις πείνες της ζωής μας βρίσκεται ο Θεός. Κάθε πόθος είναι τελικά πόθος για Εκείνον. Βέβαια δεν είναι μονάχα ο άνθρωπος ένα ον που πεινάει. Όλα όσα υπάρχουνε ζούνε "τρώγοντας". Η δημιουργία ολόκληρη εξαρτάται από την τροφή. Η μοναδική όμως θέση του ανθρώπου μέσα στο σύμπαν βρίσκεται στο ότι μονάχα αυτός ευλογάει το Θεό για την τροφή και για τη ζωή που λαβαίνει από Εκείνον. Μονάχα αυτός αποκρίνεται στην ευλογία του Θεού με τη δική του ευλογία. Το σημαντικό γεγονός γύρω από τη ζωή στο Παράδεισο είναι πως ο άνθρωπος ονομάζει τα πράγματα. Μόλις δημιουργηθήκανε τα ζώα για να μη μείνει ο Αδάμ ασυντρόφευτος, ο Θεός τα πηγαίνει στον Αδάμ για να τα ονοματίσει. "Καὶ πᾶν ὃ ἐκάλεσεν αὐτὸ Ἀδὰμ ψυχὴν ζῶσαν, τοῦτο ὄνομα αὐτῷ". Στη Βίβλο ένα όνομα είναι κάτι αμέτρητα περισσότερο από ένα μέσο για να διακρίνουμε ένα πράγμα από ένα άλλο πράγμα. Στη Βίβλο ένα όνομα φανερώνει την ίδια την ουσία ενός πράγματος ή καλύτερα την ουσία του ως δώρου του Θεού. Το όνομα φανερώνει το νόημα και την αξία που του έδωσε ο Θεός, τη γνώση ότι προέρχεται από το Θεό και τη γνώση της θέσης του και της λειτουργίας του μέσα στον κόσμο που δημιούργησε ο Θεός.

Το όνομα ενός πράγματος, με άλλα λόγια, είναι η ευλογία που κάνουμε στο Θεό για το πράγμα αυτό και μέσα στο πράγμα αυτό. Και στη Βίβλο να ευλογήσεις το Θεό δεν είναι μια "θρησκευτική" ή μια "τελετουργική" πράξη, αλλά ο ίδιος ο τρόπος της ζωής. Ο Θεός ευλόγησε τον κόσμο, ευλόγησε τον άνθρωπο, ευλόγησε την έβδομη μέρα (δηλαδή τον καιρό), και αυτό σημαίνει πως όλα όσα υπάρχουνε ο Θεός τα γέμισε με την αγάπη Του και την αγαθότητα, όλα αυτά τα έκανε "καλὰ λίαν". Ώστε η μόνη φυσική (και όχι "υπερφυσική") αντίδραση του ανθρώπου, στον οποίο ο Θεός έδωσε αυτόν τον ευλογημένο και αγιασμένο κόσμο, είναι να ευλογάει με τη σειρά του το Θεό, να Τον ευχαριστάει, να βλέπει τον κόσμο όπως ο Θεός τον βλέπει – και στην πράξη αυτή της ευγνωμοσύνης και της λατρείας, να γνωρίζει, να ονομάζει και να κατέχει τον κόσμο. Όλες οι λογικές, οι πνευματικές και οι υπόλοιπες ιδιότητες του ανθρώπου, που τον ξεχωρίζουνε από τα άλλα πλάσματα, έχουνε την εστία τους και βρίσκουνε την τελική πλήρωσή τους στην ικανότητα αυτή του ανθρώπου να ευλογάει το Θεό, να γνωρίζει, ας το πούμε έτσι, το νόημα της δίψας και της πείνας που αποτελούνε τη ζωή του. "Homo sapiens", "homo faber" …ναι, αλλά πριν από όλα "homo adorans". Ο πρώτος, ο βασικός ορισμός του ανθρώπου είναι πως ο άνθρωπος είναι ο ιερέας. Στέκεται στο κέντρο του κόσμου και τον ενοποιεί με την πράξη του αυτή, δηλαδή ευλογώντας το Θεό, δεχόμενος συνάμα τον κόσμο από το Θεό και προσφέροντάς τον πίσω στο Θεό. Και γεμίζοντας με τούτη την ευχαριστία τον κόσμο, ο άνθρωπος μεταμορφώνει τη ζωή του που δέχεται από τον κόσμο, σε ζωή του Θεού, σε κοινωνία (communion).

Ο κόσμος δημιουργήθηκε ως "ύλη", ως υλικό μιας ευχαριστίας που τα περιέχει όλα, και ο άνθρωπος δημιουργήθηκε ως ο ιερέας του κοσμικού αυτού μυστηρίου (sacrament). Οι άνθρωποι τα καταλαβαίνουνε όλα αυτά, αν όχι με τη λογική, τουλάχιστο με το ένστιχτό τους. Αιώνες κοσμικότητας (secularism) δεν μπορέσανε να μετασχηματίσουνε το φαγητό σε κάτι αυστηρά χρησιμοθηρικό. Το φαγητό εξακολουθούμε να το αντιμετωπίζουμε με σεβασμό. Ένα γεύμα εξακολουθεί να είναι μια τελετή – το στερνό "φυσικό μυστήριο" της οικογένειας και της φιλίας, της ζωής που είναι κάτι παραπάνω από "φαγητό" και "πιοτό". Το φαγητό εξακολουθεί να είναι κάτι παραπάνω από μια διατήρηση των σωματικών λειτουργιών μας. Μπορεί ο κόσμος να μην καταλαβαίνει τι είναι αυτό το "κάτι παραπάνω", έχει όμως ωστόσο την επιθυμία να το τελεί. Ο κόσμος εξακολουθεί να πεινάει και να διψάει για μυστηριακή ζωή.


π.Αλέξανδρος Σμέμαν, Η ζωη του κόσμου

Περί αιώνος


Αυτός, που υπάρχει πριν από το χρόνο, δημιούργησε τους αιώνες· προς
αυτόν λέει ο προφήτης Δαβίδ: «Πριν από τους αιώνες και έως το τέλος τους
εσύ υπάρχεις». Και ο θείος απόστολος λέει: «Με Αυτόν δημιούργησε τους
αιώνες».
Πρέπει, λοιπόν, να γνωρίζουμε ότι το όνομα του αιώνα είναι πολύσημο·
δηλαδή, έχει πολλές σημασίες. Αιώνας ονομάζεται η ζωή κάθε ανθρώπου·
επίσης, αιώνας λέγεται και ο χρόνος χιλίων ετών. Ακόμη αιώνα καλούμε
όλο τον παρόντα βίο, αλλά και την αιώνια μέλλουσα ζωή, που είναι μετά
την ανάσταση. Τέλος, αιώνας λέγεται όχι ο χρόνος, ούτε κάποιο διάστημα του
χρόνου που μετριέται με την κίνηση και την τροχιά του ήλιου, που
συνίσταται από ημερόνυχτα, αλλά η κίνηση και το διάστημα του χρόνου
που παρατείνεται μαζί με τα αιώνια. Ό,τι δηλαδή είναι ο χρόνος γι’ αυτά που
εξαρτώνται από το χρόνο, αυτό είναι ο αιώνας για τα αιώνια.
Αναφέρονται βέβαια επτά αιώνες αυτού του κόσμου, από τότε δηλαδή που
δημιουργήθηκε ο ουρανός και η γη μέχρι το κοινό τέλος και την κοινή
ανάσταση των ανθρώπων. Διότι υπάρχει και ατομικό τέλος, ο θάνατος του
κάθε ανθρώπου· υπάρχει επίσης και κοινό και γενικό τέλος, όταν θα γίνει
η κοινή ανάσταση όλων των ανθρώπων. Γι’ αυτό, όγδοος αιώνας είναι ο
μελλοντικός.
Πριν ακόμη από τη δημιουργία του κόσμου, όταν δεν υπήρχε ούτε ο ήλιος
που χωρίζει την ημέρα από τη νύχτα, δεν υπήρχε αιώνας που να μπορεί να
μετρηθεί, αλλά υπήρχε αυτό που παρατείνεται μαζί με τα αιώνια, σαν κάποια
κίνηση και διάστημα του χρόνου· και σύμφωνα μ’ αυτό
υπάρχει ένας αιώνας· γι’ αυτό και ο Θεός λέγεται αιώνιος αλλά και
προαιώνιος. Διότι ο ίδιος δημιούργησε και τον αιώνα. Επειδή ο Θεός είναι
ο μόνος άναρχος, είναι ο ίδιος δημιουργός όλων, και των αιώνων και όλων
των όντων. Όταν λέω «Θεό», είναι φανερό ότι εννοώ τον Πατέρα και το
μονογενή του Υιό, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, και το Πανάγιο Πνεύμα του,
τον ένα Θεό μας.
Λέγονται επίσης «αιώνες αιώνων», επειδή οι επτά αιώνες του παρόντος
κόσμου περιλαμβάνουν πολλούς αιώνες, δηλαδή ζωές των ανθρώπων και
επειδή ο ένας αιώνας είναι περιεκτικός όλων των αιώνων. Και ονομάζεται
«αιώνας αιώνα» ο τωρινός και ο μελλοντικός αιώνας. Η φράση πάλι «αιώνια
ζωή» και «αιώνια κόλαση» δείχνει το ατελείωτο του μελλοντικού αιώνα.
Διότι, μετά την ανάσταση, ο χρόνος δεν θα αριθμείται με ημέρες και νύχτες·
θα είναι μάλλον μια ανέσπερη ημέρα, όπου ο ήλιος της δικαιοσύνης θα
καταλάμπει ευχάριστα τους δίκαιους, ενώ βαθειά και απέραντη νύχτα θα
ισχύει για τους αμαρτωλούς. Πώς, λοιπόν, θα μετρηθεί το χρονικό διάστημα
των χιλίων ετών για την αποκατάσταση που είπε ο Ωριγένης; Επομένως, ένας
δημιουργός υπάρχει για τους αιώνες, ο Θεός, ο οποίος δημιούργησε και τα
σύμπαντα και υπάρχει προαιώνια.

Ιωάννου οσίου Δαμασκηνού,Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως

Τετάρτη, Ιουνίου 16, 2010

Άνθιμος "Να μας αφήσει ήσυχους, το Ελληνικό Κράτος, να συνεχίσουμε την πορεία μας"

Ανοίγουν κατά καιρούς παρόμοιες συζητήσεις για θέματα που η προτείνουν η επιβάλλουν, τάχα η Ευρωπαϊκή Ένωση, τάχα κάποιες Ανεξάρτητες Αρχές, τάχα ο Συνήγορος του πολίτη.

Περί όλων αυτών και όσων ενδεχομένως αύριο «μας προκύψουν», νομίζω ότι οφείλουμε να θυμίσουμε και να ξεκαθαρίσουμε τα εξής:

Το Κράτος μας όταν συστάθηκε και θέλησε να οργανωθεί, προκειμένου να μετατρέψει τους επαναστατημένους ραγιάδες σε Έλληνες πολίτες, πήρε τα ιερά μας σύμβολα, πήρε το ιεροτελεστικό της Εκκλησίας μας, πήρε την Ορθόδοξη Θεολογία μας και όλα αυτά, τα έπλεξε με την καθημερινότητα της Διοικήσεώς του και με την επισημότητα του Πρωτοκόλλου του, με στόχο «το στήσιμο» της υπολήψεως των Θεσμών του.

Η Εκκλησία της Ελλάδος, από της πραξικοπηματικής «ιδρύσεώς της» πλήρωνε το Ελληνικό Κράτος και το πληρώνει μέχρι σήμερα.

Το «σήκωσε» στις πλάτες της και το σηκώνει μέχρι σήμερα. Η Εκκλησία, μπορούμε τώρα να το βεβαιώσουμε, ελάχιστα ωφελήθηκε, μα, το Κράτος μας διόλου δεν βλάφτηκε.

Φαίνεται, όμως, ότι ήρθε ο καιρός, να επανεξεταστούν οι περιχωρήσεις και να αποκατασταθούν οι θεσμοί στους ρόλους τους και στις τροχιές τους. Αλλά, να δοκιμασθούν και οι αντοχές τους.

Το Ελληνικό Κράτος, φαντάζεται ότι μπορεί να συνεχίσει την πορεία του άχρωμο πνευματικά, ανερμάτιστο παραδοσιακά, χωρίς σύμβολα, χωρίς διαχρονικές αξίες και προσανατολισμό, χωρίς πίστη σε εσχατολογικές εμπειρίες.

Το Κράτος μας, δανείζεται τέτοια μοτίβα από την Ευρώπη, η οποία η δεν βλέπει την συμφορά της που έρχεται η επειδή απεμπόλησε την δύναμη που θα μπορούσε να την αποτρέψει, υποκύπτει «ένδοξα».

Σ’ αυτόν τον δρόμο που τραβά το Κράτος μας, λυπάμαι, αλλά ως Εκκλησία, δεν μπορούμε να το συντροφεύσουμε.

Του ευχόμαστε καλή στράτα και καλό κατευόδιο. Μακάρι, το πείραμα που επιχειρεί, να επιτύχει. Το εύχομαι ειλικρινά. Όμως, μην ζητάτε από την Εκκλησία σας να συγκατανεύση, μην ζητάτε να νοθεύσει το κρασί μας.

Ας συνεχίσουμε με την εξάρτυσή μας ο κάθε θεσμός και «το καθ’υμάς απαλλάξατε των φροντίδων ημάς. Την υμετέραν ουν πορευόμενοι...» (Ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β’ο Τρανός στους θεολόγους της Τιβίγγης στην δεύτερη «Απόκρισή» του, 1581).

Παρακαλώ να μας αφήσει ήσυχους, το Ελληνικό Κράτος, κι εμάς ως Xριστιανούς, να συνεχίσουμε την δική μας πορεία. Μια πορεία γεμάτη αμαρτωλότητα, που όμως, δεν θα σκυλεύεται στις τηλεοράσεις.

Γεμάτη σκάνδαλα, που όμως δεν θα αποτελούν το μαξιλαράκι που απορροφά τους κραδασμούς των πολιτικών αδιεξόδων.

Γεμάτη σύμβολα, που δεν θα γίνονται παίγνιο στην ψηφοθηρία των μεταναστών. Γεμάτη αξίες, που παραμένουν ανεξίτηλες στο πνευματικό χρηματιστήριο του πλανήτη. Γεμάτη Πίστη, που «κόβει εισιτήρια» στα μαρμαρένια αλώνια, όπου συναγωνίζονται οι πολιτισμοί και η πνευματικότητά τους.

Γεμάτη αγιότητα, που είναι η χωρίς όρους και όρια, πλήρης αποδοχή των μετανοημένων αμαρτωλών.

Κι εμείς οι Χριστιανοί, ας μην εθελοτυφλούμε. Ας μην ζούμε με ωραιοποιημένα ιστορικά φαντάσματα του παρελθόντος.

Ας αποφασίσουμε να αρκεστούμε στο ευαγγελικό πολίτευμά μας, το οποίο «εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιπ.3,20). Δεν γίνεται «να τα έχουμε καλά με τον Θεό χωρίς να τα χαλάσουμε με τον διάβολο».

Ας επαναβιώσουμε την «Προς Διόγνητον» Επιστολή και την εποχή που περιγράφει.

Και χωρίς τύψεις, παρακαλώ! Είχαμε, ως Εκκλησία και θα έχουμε «στους αιώνες των αιώνων» τεράστια οφειλή στην ελληνική Παιδεία, στην ελληνική Γλώσσα και στην ελληνική φιλοσοφική διανόηση, επειδή «έντυσαν» τα δόγματα της Πίστεώς μας.

Αυτά, (η παιδεία, η γλώσσα και η ελληνική σκέψη), θα συνεχίσουν να ενυπάρχουν τόσο στην Ορθόδοξη Θεολογική Γραμματολογία όσο και στην βιωμένη Χριστιανική Εκκλησία, για πάντα, σ’ Ανατολή και Δύση. (Πάντως, από το Ελληνικό Κράτος εξέλιπαν).

Στο κάτω-κάτω, μπορούμε να πούμε στους απορημένους σκεπτικιστές περί αυτού του ιστορικού διαζυγίου: «ηυλίσαμεν και ουκ ωρχήσασθε, εθρηνήσαμεν και ουκ εκόψασθε...» (Ματθ. 11,17).

Οπότε μην μας βασανίζετε την μια με τον όρκο, την άλλη με την καύση, έπειτα με τις εικόνες από τα σχολεία, με τα σύμβολα από τις σημαίες κ.λ.π. Η Ιστορία θα αποδείξει την αντοχή του καθενός μας.

Εξάλλου, κατά πως έλεγε κι ο Αντώνης Σαμαράκης:

«την Ιστορία την γράφουν

ώρα την ώρα, χρόνο με χρόνο,

με την Αγάπη, μόνο αυτοί.

Την Ιστορία την γράφουν

μόνο οι Χριστιανοί !».

Ποιός ξέρει! Ίσως κάποτε ξανασυναντηθούν οι δρόμοι μας, με περισσότερη ειλικρίνεια και αυτοσυνειδησία.

Και με λιγότερη υποκρισία. Κι εκείνη η συνάντηση θα αποζημιώσει τον καθολικό πολιτισμό, για τα όσα θα έχουν μεσολαβήσει.

romfea

Φώτης Κόντογλου - Δροσίσετε τὴν ψυχή σας στὴν καλωσύνη καὶ ἁγνότητα



Tοῦτος ὁ κόσμος εἶναι ἀνάποδος. Ὅπως καὶ νὰ κάνεις, δὲν τὸν εὐχαριστᾶς. Οὔτε στὸν ἥλιο τὸν βρίσκεις, οὔτε στὸν ἴσκιο. Ὁ κάθε ἕνας λέγει τὸ κοντό του καὶ τὸ μακρύ τους. Γιὰ ὅ,τι ἐνθουσιάζεται ὁ ἕνας, γιὰ ἴδιο στενοχωριέται ὁ ἄλλος. Ἄλλη φορὰ μπορεῖ οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν ἤτανε ὅλοι σύμφωνοι, μὰ γιὰ τοὺς πιὸ πολλοὺς τὸ καλὸ ἤτανε καλὸ καὶ τὸ κακό, κακό. Τώρα ὁ καθένας ἔχει σηκώσει μιὰ παντιέρα καὶ κάνει τὸν καπετὰν Ἕναν.

Μὰ οἱ πιὸ πολλοὶ μποδίζονται ἀπὸ τιποτένια πράγματα: ὁ ἕνας θέλει νὰ φαίνεται πιὸ «βαθυστόχαστος» ἀπὸ ὅ,τι εἶνε, ὁ ἄλλος θέλει νὰ φαίνεται μοντέρνος, νὰ μὴν τὸν πάρουνε γιὰ χωριάτη, ὁ ἄλλος φοβᾶται μὴν τὸν πάρουνε γιὰ «ἀφελῆ», γιὰ ὄχι «σοβαρόν» ἄνθρωπο, ὁ ἄλλος δὲν θέλει νὰ δυσαρεστήσει κάποιον, ἕτερος κολακεύει τὶς γυναῖκες καὶ κάνει τὸν «ἱππότη» μιλώντας μὲ ψεύτικη εὐγένεια κ.λ.π. Ὅσοι εἶναι ἴσιοι καὶ ἁπλοί, δὲν ἔχουνε καμμιὰ σκοτούρα. Ζοῦνε μακρυὰ ἀπὸ λιβανίσματα ἀπὸ πονηριὲς εἰδῶν – εἰδῶν, ἀπὸ δυσπιστίες ποὺ φαρμακώνουνε τὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ σκηνοθεσίες, ἀπὸ ψευτιές. Χαίρονται γιὰ τὰ καλά, γιὰ τὰ ἁπλά, γιὰ τὰ ἁγνά, γιὰ τὰ σεμνά, γιὰ τὰ ταπεινά. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι ὁλοένα ταράζονται, ὁλοένα ἐξιχνιάζουνε. Πολλοὶ κατατρίβουνται μὲ πράγματα ποὺ δὲν ἔχουν καμμιὰ σημασία. Ρωτᾶνε, νὰ ποῦμε, νὰ μάθουνε γιὰ μένα τί σόι ἄνθρωπος εἶμαι, πὼς εἶναι τὸ σχέδιό μου, ἂν εἶμαι θαλασσινὸς καὶ τοῦτο καὶ κεῖνο. Ἀδελφέ μου ἂν σοῦ ἀρέσει ἡ συντροφιά μου, ἔλα ἐκεῖ ποὺ πηγαίνω, ἔλα νὰ νοιώσεις μαζί μου τὰ ὡραῖα ἔργα τοῦ Θεοῦ, τὸν θησαυρὸ ποὺ ἔχουνε μέσα τους κρυμμένον οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι... Παράτησε πίσω σου τὴν ὑποκρισία τῆς ζωῆς κι ἔλα νὰ δροσισθεῖς στὴ βρυσούλα ποὺ τρέχει κρυμμένη στὴ ρίζα τοῦ βουνοῦ, κοντὰ στὸ παλιὸ ἐρημοκκλήσι. Τί κάθεσε κι ἐξετάζεις τὰ ἀνεξέταστα; Τί σὲ μέλλει ἂν εἶμαι τὴν ὄψη ἔτσι ἢ ἀλλοιῶς, ἐγὼ καὶ κάθε ἄλλος; Τί ρωτᾶς ἂν εἶμαι ψηλὸς ἢ κοντός, μαῦρος ἢ ἄσπρος; Σ᾿ αὐτὰ ποὺ διαβάζεις βρίσκεται ὁ ἐαυτός μου, τὸ πῶς περπατῶ, τὸ πῶς μιλῶ, δηλαδὴ ὁ σαρκικὸς ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πνεῦμα ὅπως ὁ Θεός. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα νὰ σὲ ἐνδιαφέρει, αὐτὸ εἶναι πνεῦμα ὅπως ὁ Θεός. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα νὰ σὲ ἐνδιαφέρει, αὐτὸ εἶναι ἡ ἀληθινὴ σύσταση τοῦ ἀνθρώπου.

Ἀπάνω ἀπ᾿ ὅλα νὰ ἀγαπᾶμε τὴν καλωσύνη. Νὰ χαιρόμαστε νἄμαστε καλοὶ καὶ νοιώθουμε κοντά μας καλοὺς ἀνθρώπους. Κανένα πρᾶγμα δὲν εἶνε σὰν τὴν καλωσύνη. Τὸ πρόσωπό της λαμποκοπᾶ σὰν τὸν ἥλιο ποὺ χρυσώνει τὴν πλάση τὸ πρωὶ τῆς ἔμορφης μέρας τοῦ καλοκαιριοῦ. Τί εὐλογημένοι ποὺ εἶναι οἱ καλοὶ ἄνθρωποι, οἱ πρόσχαροι, οἱ γλυκομίλητοι, οἱ ἁπλοί, οἱ ἀπονήρευτοι, οἱ πονετικοί, οἱ ταπεινοί! Τί ἀληθινὸς πλοῦτος μέσα σὲ μιὰ τέτοια καρδιά! Καὶ τί φτώχεια, τί μιζέρια, τί ἀσχήμια μέσα στὶς κακὲς ψυχές, στὶς ἐγωιστικές, κι᾿ ἂς φουσκώνουνε ἀπ᾿ ἔξω κι᾿ ἂς παραστένουνε τὸν πλούσιο! Πόσο ξεκουράζεται ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὴ δροσιὰ τῆς καλωσύνης καὶ πόσο κουράζεται ἡ ψυχή μας ἀπὸ τὸν λίβα τῆς κακίας.

Μὰ οἱ καλοὶ ἄνθρωποι εἶνε δυστυχισμένοι, ὑποφέρουνε, τυραννιοῦνται. Ναί. Ὁ σατανᾶς τοὺς βασανίζει, τοὺς ρίχνει σὲ συμφορές. Μὰ ἔτσι γίνουνται ἀκόμα πιὸ καθαροί, σὰν τὸ χρυσάφι ποὺ πέφτει στὸ χωνευτήρι. Ζοῦνε φτωχικά, μακρυὰ ἀπὸ δόξες, κρυμμένοι, μὰ ζοῦνε ἀληθινά. Νὰ μὴν ζεῖς βουτηγμένος μέσα στὴν ψευτιά. Αὐτὸ εἶνε ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς «Τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο ἂν κερδίσει ὅλον τὸν κόσμο καὶ ζημιωθεῖ τὴν ψυχή του;» Αὐτός, ὁ φτωχός, ὁ παραπεταμένος, κέρδισε τὴν ψυχή του. Ἀφοῦ κέρδισε τὴν ψυχή του, τί ἔχασε; Ὅ,τι ἔχασε εἶνε τιποτένιο μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ ποὺ κέρδισε. Κι᾿ ὁ ἄλλος ὁ χοντροπετσιασμένος ἀπὸ τὴ σαρκικὴ καλοπέραση, ἀπὸ τὰ σπόρ, ἀπὸ τὰ λουτρά, ἀπὸ τὶς γυναῖκες, ἀπὸ τὶς διάφορες ματαιότητες, τί κέρδισες ἄραγε, ἀφοῦ ἔχασε τὴν ψυχή του; Πόσοι καὶ πόσοι ὕστερα ἀπὸ μιὰ ζωὴ γεμάτη λογῆς–λογῆς σαρκικὲς ἀπολαύσεις, κοσμικὲς τυμπανοκρουσίες, πλούτη, ρεκλάμες κλπ., ἔρχονται σ᾿ ἕναν λογαριασμὸ καὶ ξεζαλίζουνται ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ σπιρτόζα πιστὰ καὶ νοιώθουνε τὴ γύμνια τους καὶ ζητᾶνε τὸν ἑαυτό τους ποῦ βρίσκεται; Μ ἃ δὲν ὑπάρχει πιά. Ἐρημιά, ξέρακας τῆς ἀπελπισίας ζώνει τοὺς ἐγωιστές! Τρομάζουνε μὲ τὴ μοναξιά τους μόλις τὴ νοιώσουνε. Ἀπὸ πάνω τους ὁ οὐρανὸς εἶναι ἔρημος, ἀδειανός, ἡ γῆ ἔρημη, οἱ ἄνθρωποι καρδιὲς ἔρημες, γιατὶ ποτέ τους δὲν γνοιασθήκανε γι᾿ αὐτές, καὶ ἔτσι κόπηκε κάθε τρυφερὴ ἀνταπόκριση μαζί τους. Στὸ τέλος καταλαβαίνουμε οἱ τέτοιοι πὼς μὲ τὰ λεπτὰ δὲν ἀγοράζουνται ὅλα τὰ πάντα. Καὶ πώς, ἴσια – ἴσια, ὅσα δὲν ἀγοράζουνται μὲ τὰ λεφτὰ αὐτὰ εἶνε ποὺ ἔχουνε τὴν πιὸ μεγάλη ἀξία. Καὶ πὼς ἀπ᾿ αὐτὰ ἔχουνε μεγάλη ἀνάγκη, ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ δὲν ἀγοράζουνται. Σὲ ποιὸ μέρος πουλᾶνε τὴν ἡσυχία τῆς ψυχῆς, τὴν ἁγνότητα, τὴν ἁπλότητα, τὴν κρυφὴ χαρὰ ποῦ νοιώθει ὁ ἄνθρωπος κοντὰ στὸν Θεὸ σὲ στιγμὴ ποῦ ζεῖ κρυμμένος ἀπὸ τὸν κόσμο, τὴν πραότητα, τὴν ἀγάπη; Δὲν τὰ πουλᾶνε σὲ κανένα ἀπὸ τὰ μαγαζιὰ κι᾿ ἀπὸ τὰ παζάρια γιὰ τὸ διάφορο, τὴν ἀπονιὰ γιὰ τοὺς ἄλλους, τὴν ψευτιὰ κάθε λογής, κι᾿ ὅσα πᾶνε μαζὶ μ᾿ αὐτά, δηλαδὴ τὸν ἐγωισμό, τὴν περηφάνεια, τὴν καταλαλιὰ μ᾿ ἕναν λόγο τὸ χοντροπέτσιασμα τῆς ψυχῆς.

Τί μεγαλομανία σ᾿ ἔχει πιάσει, ἀδελφέ μου, καὶ δὲν βρίσκεις ἡσυχία καὶ χτίζεις πατώματα ἀπάνω στὰ πατώματα, κι᾿ ἔχεις δυὸ τρία αὐτοκίνητα καὶ κότερα καὶ κάθε λογὴς μάταια πράγματα! Γύρισε καὶ κύτταξε καὶ τὸν ἀδελφό σου, νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σου μὲ τὴν εὐλογημένη καλωσύνη, ποὺ τὴν ξεράνανε τὰ τσιμέντα, οἱ ψεύτικες κουβέντες, οἱ συμφεροντολογικὲς παρέες, οἱ συνοφρυωμένες ἀξιοπρέπειες. Ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις θυσίες, τουλάχιστον νὰ συχαθεῖς τὴν ἀδικία. Μὴν ἀδικεῖς. Ἡ ἀδικία εἶναι σιχαμερὴ στρίγγλα, χωρίστρα τῶν ἀνθρώπων, ἀνθρωποκτονία σὰν τὸν πατέρα της τὸν σατανᾶ.

Τί θὰ δίνανε πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, ποὺ κερδίσανε τὸν κόσμο καὶ χάσανε τὴν ψυχή τους, γιὰ νὰ νοιώσουνε ὅ,τι νοιώθουνε οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν χάσανε τὴν ψυχή τους! Ἂν τύχει νὰ ξεκόψει κανένας τέτοιος ἀπὸ ψεύτικη παρέα του καὶ βρεθεῖ στὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν ἀχάλαστων, νοιώθει πὼς ζεῖ ἀληθινὰ καὶ σὰν ἀπογευθεῖ τὰ ἁγνὰ αἰσθήματα ὕστερα ἀπὸ τὴ ψευτιά, καταλαβαίνει τέτοια χαρά, ποὺ κάνει σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ξαναγεννήθηκε, σὰν τυφλὸς ποὺ εἶδε τὸ φῶς του. Κάτι τέτοιοι δὲν ξεκολλᾶνε πιὰ οἱ κακόμοιροι ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν γκαρδιακῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ξεμακρύνει ἀπὸ τὰ ψεύτικα πρέπει νἄχει λίγη ψυχή. Ἀλλοιῶς δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς ψευτιά. Ὁ ἄμμος τῆς Σαχάρας, ὅση βροχὴ κι᾿ ἂν πέσει ἀπάνω του, δὲν φυτρώνει τίποτα.

Ἂν πεῖς πάλι σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τοὺς φτωχούς, νὰ περάσει μισὴ ὥρα μὲ τὴν παρέα τῶν κοσμικῶν, καλύτερα ἔχει νὰ τὸ βάλεις στὸ μπουντρούμι, παρὰ νὰ βλέπει καὶ ν᾿ ἀκούγει ἐκεῖνα τὰ ψεύτικα κομπλιμέντα, τὶς ἀνάλατες συζητήσεις, τὰ κρύα χωρατά. Στὴ συναναστροφὴ ποὺ κάνουνε αὐτοὶ οἱ ψευτισμένοι, θαρρεῖς πὼς τοὺς χωρίζει ἕνας τοῖχος τὸν ἕναν ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι, ποὺ ζοῦνε μακρυὰ ἀπὸ τὸν κόσμο, νοιώθουνε πὼς οἱ καρδιὲς τοὺς γίνονται ἕνα, πὼς ἀκουμπᾶ ὁ ἕνας ἀπάνω στὸν ἄλλον καὶ ξεκουράζεται. Ἀγαπᾶ καὶ ἀγαπιέται, χαίρεται καὶ δίνει χαρά. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν σαρκικῶν ἀνθρώπων στέκεται ὁ διάβολος καὶ τοὺς κάνει νὰ μιλᾶνε ὁλοένα γιὰ λεφτὰ καὶ γιὰ τὰ ὅμοια, γιὰ νὰ μὴ γροικήσουνε οὔτε τὸ φαγὶ ποὺ τρῶνε. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ταπεινῶν στέκεται ὁ Θεός, κι᾿ ὅλα εἶνε εὐλογημένα.

Πετάξετε ἀπὸ πάνω σας τὴν ψευτιά. Ἀνοίξετε τὰ πανιά, νὰ τὰ φουσκώσει ὁ καθαρὸς ἀγέρας τοῦ πελάγου. Νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σας, νὰ νοιώσετε πὼς ζητᾶ ἀληθινὰ κι᾿ ὄχι ψεύτικα.


πηγή:νεκτάριος

Κυριακή, Ιουνίου 13, 2010

Αγρυπνίες στον Προφήτη Ελισσαίο


«Το εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, που χρονολογείται στα μέσα του 16ου αιώνα, αποτέλεσε τα χρόνια από το 1885 έως το 1943 «στέκι» λογοτεχνών και λογίων της εποχής. Εκεί εκκλησιάζονταν, εξαιτίας της εμβληματικής μορφής του Παπαδιαμάντη και «εκ περιεργείας», για ν' ακούσουν τη «φωνή γεμάτη ευλάβεια», ο Παύλος Νιρβάνας, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο Γεράσιμος Βώκος κ.ά...
Ο Παπαδιαμάντης πέθανε το 1911, αλλά οι αγρυπνίες συνεχίστηκαν από τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη, ο οποίος το 1925, τέσσερα χρόνια πριν πεθάνει, πρόλαβε και εξέδωσε την Ακολουθία του Αγίου Ελισσαίου. Απ' όσα γράφει στον πρόλογο φαίνεται ότι οι αγρυπνίες ξεκίνησαν γύρω στο 1885 και σύντομα άρχισαν να συμμετέχουν ο ίδιος και ο Παπαδιαμάντης. Αγρυπνίες γίνονταν σε όλες τις μεγάλες γιορτές, δεσποτικές και θεομητορικές. Μάλιστα στο διήγημα «Ιστορία μιας τυρόπηττας» ο Μωραϊτίδης γράφει ότι τους οδήγησε για πρώτη φορά στις αγρυπνίες του Αγίου Ελισσαίου «ο Θεοφάνης, ένας ευλαβέστατος χριστιανός, γηγενής Αθηναίος». Αρκετοί λόγιοι και λογοτέχνες δημοσίευσαν σχετικά άρθρα με τις εντυπώσεις τους από επισκέψεις ή συμμετοχές τους στις αγρυπνίες, ίσαμε τα δίσεκτα χρόνια της Κατοχής, που ο ναός αφέθηκε να καταρρεύσει. Αν και ιδιωτικός, αποτελούσε τμήμα της οικίας της μεγάλης οικογένειας των Χωματιανών, ήταν ανοιχτός στο κοινό, μέχρι το καλοκαίρι του 1943, οπότε ο νέος ιδιοκτήτης, φοβούμενος την απαλλοτρίωση του οικοπέδου του, ξήλωσε την οροφή του και τον άφησε να ερημώνει».
ΦΩΤΕΙΝΗ ΜΠΑΡΚΑ

Ο ναός του Αγίου Ελισσαίου σήμερα
του Μάνου Ελευθερίου
«…Πέρασαν 62 χρόνια από τότε και το 2005 το εκκλησάκι επανιδρύθηκε στην ίδια θέση που βρισκόταν πάντα, το ίδιο σεμνά παρόν. Τούτη δε η επαναφορά του ναϋδρίου στη ζωή θαρρείς πως συνομιλεί παιχνιδιάρικα με τη φήμη του προφήτη στον οποίο είναι αφιερωμένο, καθώς ο Ελισσαίος [που συγκαταλέγεται ανάμεσα στους σημαντικούς προφήτες του Ισραήλ, μαθητής και χρισμένος διάδοχος του Προφήτη Ηλία], αναφέρεται πως είχε τη Θεία Χάρη της νεκρανάστασης.
»Ο ναΐσκος του Προφήτη Ελισσαίου [στα νεότερα χρόνια πολλές φορές αναφερόμενος κι ως ναός του Αγίου Ελισσαίου] θεωρείται κτίσμα της τουρκοκρατίας, αν και δεν μπορεί να υπολογιστεί ποιας ακριβώς περιόδου [υπολογίζεται πως είναι του 17ου αιώνα]. Πρώτη φορά όμως μνημονεύεται στο σχέδιο των Αθηνών του 1832 των Schaubert και Κλεάνθη.
»Ο κτητορικός αυτός ναός είναι συνδεδεμένος με τις μορφές του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και του επίσης σκιαθίτη εξαδέλφου του, Αλέξανδρου Μωραϊτίδη, που πέρασαν εκεί τις κατανυκτικές ώρες της Αγρυπνίας ψάλλοντας. Δεξιός ψάλτης ο πρώτος, αριστερός ο δεύτερος. Είναι τόσο έντονη αυτή η διασύνδεση των δυο εξαδέλφων με το ναΐσκο, ώστε εκείνη την εποχή που πραγματοποιούνταν η κατεδάφισή του οι αντιδρώντες σε αυτήν επικαλούνταν συναισθηματικά στην τότε επιστολογραφία κι αρθρογραφία τους, πέραν των όσων ιστορικών επιχειρημάτων, και την μνήμη των δυο Αλεξάνδρων. Κι ήταν τέτοια η ακτινοβολία του Παπαδιαμάντη, ώστε εκκλησιάζονταν εκεί μόνο και μόνο για να τον ακούσουν σημαντικές μορφές των γραμμάτων της εποχής, όπως ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο Γεράσιμος Βώκος κ.α.
Στην οδό Άρεως, λοιπόν, με τον αριθμό 14, πίσω από μία μικρή πύλη…

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ ΕΝΑ ΜΝΗΜΕΙΟ
Από Ἄρθρο τοῦ Κωστῆ Μπαστιᾶ, στὴν ἐφημερίδα «Ἡ Βραδυνή» - 16 Ἰανουαρίου 1963.
«…Αὐτὸ τὸ ἐκκλησάκι τοῦ προφήτου Ἐλισσαίου εἶναι μιὰ ὁλόκληρος Ἱστορία. Ἕνας ἅγιος, ὁ παπα-Νικόλας ὁ Πλανᾶς τὸ ἐλειτούργησε χρόνια καὶ χρόνια καὶ ψάλτες του σταθήκανε δυὸ κορυφαῖες πνευματικὲς μορφές: Δεξιὸς ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, κι᾿ ἀριστερὸς ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης. Γύρω ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ θαυμαστὴ τριανδρία μιὰ πλειάδα ἀνθρώπων ποὺ ἔχουνε γράψει ὡραία Ἱστορία κι᾿ ἔχουνε ἀληθινὰ στολίσει τὸ Χρονικὸ τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα καὶ τὸν μισὸν εἰκοστό, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ποὺ σταθήκανε οἱ ἀνανεωτὲς καὶ τὰ φωτεινὰ στηρίγματα τοῦ μοναχικοῦ βίου στὸν ἀγῶνα μας. Ἱστορικὲς σταθήκανε οἱ ἀγρυπνίες στὸν Ἅγιο Ἐλισσαῖο, μὲ λειτουργὸ τὸν παπα-Νικόλα Πλανᾷ καὶ ψάλτες τοὺς δύο Ἀλέξανδρους, τὸν Φιλόθεο Ζερβάκο, τὸν σημερινὸ καὶ ἀπὸ τόσα χρόνια ἡγούμενο τῆς θαυμαστῆς μονῆς τῆς Λογγοβάρδας τῆς Πάρου, τὸν παπα-Σταμάτη τῆς Βρύσης καὶ ἕνα πλῆθος ἄλλο εὐλαβῶν ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ποὺ κοσμήσανε τὸ νεοελληνικὸ μοναχικὸ βίο. Στὰ χρόνια τοῦ Παπαδιαμάντη τοῦτο τὸ ἐκκλησάκι τοῦ προφήτη Ἐλισσαίου γνώρισε δόξες λειτουργικές, ἀποκάλυψε ὅλη τὴν ὀμορφιὰ τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπερίτμητων, γνώρισε θαυμαστοὺς ὄρθρους καὶ κατανυκτικοὺς ἑσπερινούς, ἀναρίθμητες παρακλήσεις, ἀγρυπνίες μοναδικές, ποὺ θὰ τὶς ζήλευε κι᾿ ἡ πιὸ αὐστηρὴ μοναστικὴ παράδοσι, ἐξομολογήσεις καὶ μνημόσυνα ἁπλῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ. Στάθηκε ἐντευκτήριο εὐλαβῶν ἀνθρώπων καὶ ἐπειδὴ ἔτυχε τέτοιες προσωπικότητες νὰ εἶναι μέτοχοι τῶν ἀκολουθιῶν μὲ ὀργανικὴ καὶ πολύτιμη συμμετοχὴ καὶ συμβολὴ κίνησε τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τῆς περίεργης ὀλιγοπιστίας, ποὺ μολονότι δὲν ἤτανε σὲ θέσι νὰ ἐκτιμήσῃ τὴν οὐσία τοῦ τί συνέβαινε στὸν Ἅγιο Ἐλισσαῖο, ἤτανε ἱκανὴ νὰ θαυμάσῃ τὴν ἱερὴ γραφικότητα, τὴν ἁπλὴ καὶ οὐσιαστικὴ ποίησι τῆς ἐκκλησίας, τοῦ λειτουργοῦ της καὶ τοῦ ἐκκλησιάσματος. Λόγιοι καὶ ἄνθρωποι κοσμικοί, ὁ περιπλανώμενος πλοῦτος καὶ ὁ κοινωνικὸς ἀρριβισμὸς σημείωσαν τὴν φευγαλέα παρουσία της καὶ χαρίσανε τὸν ἄβαθο ἔπαινό τους.
Αὐτὸ τὸ ἐκκλησάκι εἶχε καταστῇ ἕνα μνημεῖο ἀληθινῆς καὶ ἀνόθευτης Ὀρθοδοξίας καὶ κόσμημα καὶ πετράδι ἀμίμητο…»

Για το εκκλησάκι αυτό γράφει ο Νίκος Ορφανίδης:
«Ὁ μικρὸς ναὸς τοῦ ἁγίου Προφήτου Ἐλισσαίου ἔχει τὴ δική του δυναμικὴ στὸν τόπο τῶν Ἀθηνῶν. Ἐκεῖ λειτουργοῦσε ὁ παπα Πλανᾶς, ἐκεῖ χειροτονήθηκε ἱερεὺς στὶς 2 Μαρτίου τοῦ 1884. Στὶς 2, ὅμως, Μαρτίου τοῦ 1932, κατὰ Θεία παραχώρηση, θὰ κοιμηθεῖ ὁσιακῶς, ἐν ἐκστάσει, βλέπων τὸν ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, τυλιγμένος μέσα στὸ φῶς, καὶ ψιθυρίζοντας τὸ «ψαλῶ τῷ Θεῷ μου ἕως ὑπάρχω..
»Αὐτὴ τὴν ἀπέραντη στοργὴ καὶ ἀγάπη μοίρασε στὸν τόπο τῶν Ἀθηνῶν, ἀλλὰ καὶ στὴν καθ᾽ ἡμᾶς ὀρθόδοξη Ἀνατολή, ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ παπᾶ Πλανᾶς, ἀπὸ τὴ Νάξο, ποὺ ἔζησε στὸ ἄστυ τῶν ᾽Αθηνῶν, γιὰ νὰ ἁγιασθεῖ καὶ νὰ πλημμυρίσει τὴν πόλη, μὲ τὸ ἄρωμα τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς χάριτός του. Αὐτὸς ὁ ταπεινὸς ἱερέας, ποὺ ἁγιάσθηκε ἐν ταπεινότητι καὶ διὰ τῆς ταπεινότητος, ψάλλοντας καὶ ὑμνώντας καὶ ὑπηρετώντας τὸν Κύριο, μὲ ὑποδειγματικὸ ζῆλο, ἐπιμόνως, σταθερά, μὲ τὶς ἀτέλειωτες ἐκεῖνες λειτουργίες στὶς ἐκκλησίες, στὰ ξωκκλήσια καὶ στὰ παρεκκλήσια, μέσα στὸ ψῦχος καὶ τὸν καύσωνα τῆς ἡμέρας. «Ψαλῶ τῷ Θεῷ μου, ἕως ὑπάρχω», ψιθύριζε, λοπόν, μέχρι τὸ τέλος τοῦ βίου του, φεύγοντας ἀπὸ τὴ ζωή, αὐτὸς ὁ ταπεινὸς ἱερεύς, ὁ ἅγιος Νικόλαος, συνομήλικος τοῦ κὺρ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη καὶ τοῦ ᾽Αλέξανδρου Μωραϊτίδη, ποὺ μαζὶ ἁγίασαν τὸ κέντρο τῶν Ἀθηνῶν, ἐκεῖ στὸ ἐκκλησάκι τοῦ ἁγίου Ἐλισσαίου, στὴν ὁδὸ Ἄρεως στὴν Πλάκα, μὲ τὶς ὁλονύχτιες ἀγρυπνίες».

Γράφει, και ὁ Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος γιὰ τὶς ἀγρυπνίες στὸν Ἅγιο Ἐλισσαῖο καὶ γιὰ τὸν ἅγιο Νικόλαο τὸν παπα Πλανᾶ:
«Κατὰ τὸ ἔτος 1905 ‐ 1907 ὑπηρετῶν εἰς τὰς τάξεις τοῦ στρατοῦ, ἐφοίτων εἰς τὴν Βυζαντινὴν Μουσικὴν Σχολὴν «Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός... Ὁ συμπατριώτης μου Ἰωάννης Ἀλεξάκης... ἡμέράν τινα λέγει μοι: «Νὰ ἔλθης εἰς τὸν μικρὸν ναὸν τοῦ Προφήτου Ἐλισσαίου, εἰς τὸν ὁποῖον γίνονται κατανυκτικαὶ ἀγρυπνίαι καὶ ψάλλουν βυζαντινὰ οἱ Παπαδιαμάντης, Μωραϊτίδης, Τσώκλης καὶ ἄλλοι. Θὰ ὠφεληθῆς καὶ θὰ μάθης πολλὰ ἀναγκαῖα, χρήσιμα καὶ ὠφέλιμα διὰ τὴν ἱερὰν ὑμνωδίαν.» Μετέβην εἰς μίαν ἀγρυπνίαν καὶ τόσον πολὺ ηὐχαριστήθην καὶ κατενύγην, ὥστε συχνάκις καθ᾽ ὅλην τὴν ἑβδομάδα εἶχον εἰς τὸν νοῦν μου, πότε θὰ ἔλθη ἡ εὐλογημένη ὥρα νὰ ὑπάγω εἰς τὴν ἀγρυπνίαν∙ καὶ ὅτε ἤρχετο ἡ ὥρα, ἔτρεχον μὲ χαράν, ὥσπερ τρέχει ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγάς, διὰ νὰ πίω ἐκ τοῦ ὕδατος τοῦ ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον καὶ ποτίσω, δροσίσω καὶ εὐφράνω τὴν διψῶσαν μου ψυχήν. Καὶ πράγματι ᾐσθανόμην δρόσον, εὐφροσύνην καὶ ἀγαλλίασιν πνευματικὴν καὶ μοὶ ἐφαινοντο εἰς τὸν λάρυγγά μου γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, οἱ ὕμνοι, αἱ δοξολογίαι, τὰ στιχηρά, τὰ ἰδιόμελα, οἱ κανόνες, τὰ κατανυκτικὰ τροπάρια, τὰ ὁποῖα ἔψαλλον οἱ ἀείμνηστοι καθηγηταὶ ἐξάδελφοι Ἀλέξανδροι Παπαδιαμάντης καὶ Μωραϊτίδης, ὄχι μὲ φωνὰς θυμελικὰς καὶ βοὰς ἀτάκτους καὶ ἀναρμόστους, ἀλλά, ὡς λέγει ὁ Δαβίδ, μὲ σύνεσιν, μὲ συναίσθησιν, μὲ φόβον καὶ τρόμον: «ψάλατε συνετῶς, ψάλατε τῷ Κυρίῳ ἐν φόβῳ καὶ τρόμῳ». Ὅταν ἔψαλλον οἱ δύο Ἀλέξανδροι Παπαδιαμάντης καὶ Μωραϊτίδης, ὁ εἷς δεξιὰ καὶ ὁ ἄλλος ἀριστερά, ἔψαλλον μὲ τόσην προσοχήν, ταπείνωσιν, κατάνυξιν καὶ συντριβὴν καρδίας, ποὺ ἐνόμιζες ὅτι προσηύχοντο, ὅτι ἵσταντο ἐνώπιον τοῦ ἀοράτως παρισταμένου καὶ πανταχοῦ παρόντος Παντοδυνάμου καὶ Παντοκράτορος Θεοῦ καὶ χωρὶς νὰ θέλῃ τις ἠλαύνετο ὁ νοῦς του ὥσπερ ὑπὸ μαγνήτου, ἐπρόσεχε, ᾐσθάνετο τὰ δρώμενα καὶ ἐνόμιζεν ὅτι εὑρίσκετο εἰς τὸν Οὐρανόν, ὡς ψάλλει ὁ ἱερὸς ὑμνωδός...
Εἰς τὰς ἀγρυπνίας ἐγνώρισα καὶ δύο ἱερεῖς τὸν παπα Ἀντώνιον, ἐφημέριον τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πευκακίων, καὶ τὸν παπα ‐ Νικόλαον Πλανᾶ, ἐφημέριον τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγ. Ἰωάννου Κυνηγοῦ∙ καὶ οἱ δύο ἀκούραστοι, πρόθυμοι εἰς τὰς ἀγρυπνίας, καλόκαρδοι. Ἐξαιρέτως δὲ ὁ περὶ οὗ ὁ λόγος παπα‐ Νικόλας Πλανᾶς ἦτο ἁπλοῦς, ἄκακος, πρᾶος, ἀκέραιος, ἀπόνηρος, ἀόργητος, ἀμνησίκακος, πάντοτε ἱλαρός, χαροποιός, γελαστός. Εἰς τὸν παπα‐ Νικόλαον, ἐπειδὴ ἦτο ταπεινός, ἐπέβλεψεν ἐπ᾽ αὐτὸν ὁ Κύριος, ὡς λέγει ὁ σοφὸς παροιμιαστής: «ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, λέγει Κύριος, εἰμὴ ἐπὶ τὸν πρᾶον καὶ ταπεινὸν τῇ καρδίᾳ καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους∙» καὶ πάλιν: « ἐν καρδίαις πραέων ἀναπαύσεται πνεῦμα Κυρίου»∙ καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰ. Χριστὸς ἐν Εὐαγγελίοις μακαρίζει αὐτούς: «Μακάριοι οἱ πραεῖς ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν»

πηγή

Σάββατο, Ιουνίου 12, 2010

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΠΙΣΜΟΥ


ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ


―Το Πρωτείο του πάπα και η κοσμική του δύναμη. Ο Ρωμαίος ποντίφηξ σύμφωνα με την Α΄ Σύνοδο του Βατικανού (1870) έχει «την πλήρη και υπέρτατη εξουσία δικαιοδοσίας εφ’ ολοκλήρου της Εκκλησίας», «το σύνολο της υπέρτατης ταύτης δυνάμεως και ισχύος», «δύναμη τακτική και απεριόριστη» επί πασών των Εκκλησιών και επί πάντων των ποιμένων, δικαιοδοσία απόλυτη και εις θέματα πίστεως και ηθών και εις θέματα πειθαρχίας και διοικήσεως της Οικουμενικής Εκκλησίας». Το πρωτείο του πάπα και πριν να γίνει δόγμα πίστεως ήταν η βασική και αδιαπραγμάτευτη θεωρία των Δυτικών. Το πρωτείο επεκτάθηκε και στην κοσμική εξουσία και έτσι ο πάπας δημιούργησε το κράτος του Βατικανού.

Το Βατικανό είναι κράτος με στρατό, αστυνομία, εξωτερική πολιτική και διεθνείς σχέσεις, τράπεζες και οικονομικές επιδιώξεις. Ο εκάστοτε πάπας είναι ηγέτης του κράτους του Βατικανού. Συγκεντρώνει στο πρόσωπό του εκκλησιαστική και κοσμική εξουσία. Έτσι η Δυτική «εκκλησία» έγινε μια ανθρωποκεντρική εκκοσμικευμένη οργάνωση και ο ανθρώπινος αμαρτωλός εγωισμός περιεβλήθη θείο κύρος. Η πτώση του Αδάμ επαναλήφθηκε με δήθεν εκκλησιαστικό και θεολογικό υπόβαθρο.


―Το Αλάθητο. Το αλάθητο είναι μια άλλη μορφή του Πρωτείου. Αφού ο πάπας απέβη η ανωτάτη εκκλησιαστική αρχή, φυσικό ήταν να προσλάβει το αλάθητο των Οικονομικών Συνόδων. Έτσι ο πάπας εχρίσθη υπό της Α΄ Βατικανής Συνόδου (1870) αλάθητος και ανεξέλεγκτος διδάσκαλος «της πίστεως και των ηθών». Έτσι υπέπεσε στην μεγαλύτερη πλάνη και αίρεση και απέδειξε, ότι δεν είναι διδάσκαλος ορθοτομών τον λόγον της χριστιανικής αληθείας. Το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα επικυρώθηκαν και από την Β΄ Βατικανή Σύνοδο (1962-1965) και έτσι προσέλαβαν μεγαλύτερη ισχύ και αποτέλεσαν την μόνιμη αιρετική αγκύλωση και διαστροφή του Παπισμού. Το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα παρερμήνευσαν την αγία Γραφή, παραποίησαν την ιερά Παράδοση, πλαστογράφησαν την εκκλησιαστική ιστορία.

Η παραποίηση της ιστορίας έγινε με τις λεγόμενες Ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις (Θ΄ αιών), αγνώστου συγγραφέως, που είναι συλλογή παπικών συνοδικών κανόνων και διατάξεων στις οποίες προσετέθησαν νόθα και εντέχνως παραποιημένα έγγραφα, 94 τον αριθμό, που υποστηρίζουν τις θεοκρατικές και μοναρχικές ιδέες των παπών.

Ένα από τα έγγραφα αυτά είναι η Ψευδοκωνσταντίνειος δωρεά· ότι δήθεν ο Μ. Κωνσταντίνος αναχωρών από τη Δύση παρεχώρησε στον πάπα τη διοίκηση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους, αυτοκρατορική εξουσία, αυτοκρατορικές τιμές και αυτοκρατορικά διάσημα, ήτοι πορφύρα, ερυθρά πέδιλα, σκήπτρα, στέμμα και το ανάκτορο του Λατερανού. Καμμιά άλλη νοθεία στην παγκόσμιο ιστορία δεν συντελέσθηκε με τόσο μεγάλη τέχνη και δεν είχε τόσο μεγάλα αποτελέσματα. Η Σύνοδος της Κων/πόλεως (1722) θεωρεί το πρωτείο του πάπα πηγή όλων των αιρέσεων του Παπισμού.

Οι Παπικοί χάριν του πρωτείου παραβλέψανε τις άλλες διαφορές με τους Ορθοδόξους και δημιουργήσανε το σχήμα της Ουνίας. Μπορεί δηλαδή κάποιοι Χριστιανοί να είναι ενωμένοι με τον πάπα, κρατώντας όλες τις δογματικές διαφορές και παραδόσεις τους, αναγνωρίζοντας όμως το Πρωτείο του και την Μοναρχία του εφ’ όλης της Εκκλησίας. Μ’ αυτή τη μορφή επιδιώκουν οι Παπικοί να ενωθούν και με τους Ορθοδόξους. Ν’ αναγνωρίσουμε δηλαδή το Πρωτείο του πάπα και να κρατήσουμε τα δόγματά μας και τις παραδόσεις μας. Σ’ αυτό αποσκοπεί και ο διάλογος που γίνεται μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών. Να πεισθούμε να γίνουμε Ουνίτες.


―Το Filioque. Δηλαδή ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται όχι μόνο από τον Πατέρα αλλά και από τον Υιό. Η διδασκαλία αυτή έχει την αρχή της σε αρχαίους Λατίνους πατέρες του 4ου και 5ου αιώνα, θεσπίσθηκε επίσημα σε συνόδους του Τολέδου (547 και 589), το 767 στο Φραγκικό Κράτος, και το 1014 υιοθετήθηκε επίσημα από όλον τον Παπισμό. Το δόγμα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος έχει άμεση σχέση προς αυτήν την θεολογία περί της Αγίας Τριάδος. Επομένως, η αίρεση του Filioque, ως προσβάλλουσα κατ’ ευθείαν την Τριαδική Θεολογία, την κατ’ εξοχήν δηλαδή θεολογία, δεν εμφανίζεται απλώς ως δογματική διαφορά, αλλ’ ως αληθινή άβυσσος μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού.


―Η ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης και το καθαρτήριο πυρ. Κατά τους Παπικούς ο Θεός έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να σταυρωθεί, για να ικανοποιηθεί η θεία δικαιοσύνη από την προσβολή που υπέστη από την αμαρτία του ανθρώπου. Η θεωρία περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης δημιούργησε την Ιερά Εξέταση, τις Σταυροφορίες, τους ιερούς πολέμους και νομιμοποίησε την κάθε μορφής βία εναντίον των εχθρών της πίστεως, οι οποίοι τιμωρούμενοι και διωκόμενοι εξαγνίζονται έναντι του Θεού. Η θεωρία αυτή καθιστά τα λεγόμενα επιτίμια, που δίδουν οι πνευματικοί πατέρες στο μυστήριο της εξομολογήσεως, τιμωρητικά μέσα δικανικής φύσεως και όχι παιδαγωγικά όπως είναι σε μας.

Όσοι δεν πρόφθασαν σε αυτήν την ζωή να ικανοποιήσουν την Θεία Δικαιοσύνη με βάσανα και επιτίμια, θα την ικανοποιήσουν μετά θάνατον στο καθαρτήριο πυρ. Εκεί πάνε οι ψυχές των ανθρώπων μετά θάνατο, για να βασανιστούν προσωρινά μέσα στη φωτιά και να καθαριστούν από τις ποινές των αμαρτιών τους. Η διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός θυμίζει την διδασκαλία του Ωριγένη «περί αποκαταστάσεως των πάντων» η οποία καταδικάστηκε από την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο.


―Το δόγμα των αφέσεων. Είναι συνέπεια και αναγκαίο επακόλουθο της περί θείας δικαιοσύνης και καθαρτηρίου πυρός διδασκαλίας των Παπικών. Η αμαρτία δεν θεωρείται ασθένεια της ψυχής αλλά αξιόποινη παρεκτροπή και προσβολή του Θεού. Γι’ αυτό πέραν του καθαρτηρίου πυρός υπάρχουν:

α) Οι λυσίποινες αφέσεις.Τα λυσίποινα είναι άφεση, της οφειλόμενης για τις συγχωρηθείσες ήδη αμαρτίες, πρόσκαιρης τιμωρίας. Οι Παπικοί πρεσβεύουν ότι οι ποινές που επιβάλλονται από το Θεό στους αμαρτάνοντες διακρίνονται στις αιώνιες και τις πρόσκαιρες. Οι αιώνιες συγχωρούνται δια της μετανοίας, ενώ οι πρόσκαιρες προλαμβάνονται ή μετριάζονται δια των επιτιμίων ή των αφέσεων που παρέχονται από τον πάπα απεριόριστα, παντού και πάντοτε, από τους καρδιναλίους δια 200 μέρες, από τους μητροπολίτες για 100 μέρες και από τους επισκόπους για 50 μέρες.

β) Τα υπέρτακτα έργα ή οι περισσεύουσες αξιομισθίες. Δηλαδή η διδασκαλία αυτή λέγει ότι η υπερπλεονάζουσα αξιομισθία των έργων των αγίων δύναται να μεταβιβασθεί και σε άλλους. Ο πάπας, που διαχειρίζεται το θησαυρό των αξιομισθιών, αντλεί από το πλεόνασμα του ένα μέρος για να λύσει τις ποινές των αμαρτωλών, ζώντων και τεθνεώτων.

Το θλιβερό είναι ότι οι αφέσεις αυτές συνδέθηκαν με χρηματικές προσφορές των πιστών. Έλεγαν: «Μόλις σ’ αυτόν τον κορβανά της Εκκλησίας το χρήμα κουδουνίσει, μια ψυχή από το καθαρτήριο στον παράδεισο θα φτερουγίσει». Έτσι προκύψανε τα λεγόμενα συγχωροχάρτια. Αυτό έδωσε την αφορμή να ξεσπάσει το κίνημα του Προτεσταντισμού (1517), που αναστάτωσε την Ευρώπη με πολύχρονους θρησκευτικούς πολέμους και την πλήρωσε με απερίγραπτο μίσος και φανατισμό.

Ο καθηγητής της δογματικής Χρήστος Ανδρούτσος, ειρωνευόμενος τις ανωτέρω θέσεις του Παπισμού, λέγει: «Γιατί ο αγαθός και φιλεύσπλαχνος πάπας, ο έχων την απόλυτη εξουσία και το απόλυτο προνόμιο του δεσμείν και λύειν εφ’ όλης της ανά τον κόσμο Εκκλησίας, δεν δίδει δια μιας άφεση σ’ όλους τους ανά τους αιώνες αμαρτωλούς, αλλά περιμένει να πέσει το παραδάκι προσωπικά από τον καθένα και μετά να χορηγήσει τα συγχωροχάρτια;». Με αυτές τις θεωρίες ο Παπισμός περιέβαλε την θεομίσητη σιμωνία με δογματική εγκυρότητα και ισχύ.


―Μαριολατρεία. Το δόγμα της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου (1854) δηλαδή ότι η Παναγία γεννήθηκε χωρίς το προπατορικό αμάρτημα, το δόγμα ότι η Παναγία είναι Μεσίτρια (1891), με την έννοια ότι τίποτα δεν παρέχεται σε μας άνευ της μεσιτείας της Θεοτόκου, το δόγμα της ενσωμάτου αναλήψεως της Θεοτόκου στον ουρανό χωρίς να γνωρίσει η Παναγία θάνατο και ταφή (1950), η διδασκαλία (δεν έχει γίνει ακόμη δόγμα) ότι η Παναγία είναι συλλυτρώτρια, δηλαδή «Μεσίτρια παρά τω Πατρί», τουτέστι είναι μεσίτης όπως ο Χριστός (πρβλ. Α΄ Τιμ. 2,5-6) και όχι μόνο «Μεσίτρια παρά τω Υιώ», και γενικά η Μαριολατρεία, κατά την οποία η Παναγία ανυψώνεται στην Τριαδική Θεότητα και μάλιστα γίνεται λόγος και για Αγία Τετράδα.


―Το Βάπτισμα. Ο Παπισμός εισήγαγε το δι’ επιχύσεως ή ραντισμού βάπτισμα, το οποίο μόνο σε έκτακτες ανάγκες επιτρέπουν οι πατέρες (π.χ. όταν είσαι στην έρημο και δεν υπάρχει νερό, πρβλ. «Διδαχή αποστόλων» § VII ), και το οποίο δυστυχώς τείνει να γίνει καθεστώς και στην ορθόδοξη Εκκλησία, αφού οι περισσότεροι των επισκόπων και των κληρικών τοποθετούν νερό στην κολυμβήθρα 10-15 πόντους και επιχύουν ύδωρ στο μωρό, αντί να το βαπτίζουν (βυθίζουν) εξ ολοκλήρου, «για να μη πνιγεί» δήθεν. Έτσι το βάπτισμα και σε μας τους ορθοδόξους τείνει να καταστεί ποδόλουτρο μετά επιχύσεως, αλλά παπικά.


―Το Χρίσμα. Χωρίσανε το μυστήριο του χρίσματος από το μυστήριο του βαπτίσματος τα οποία καθιερώθηκαν να γίνονται συνεχόμενα, όπως ομολογεί και ο Τερτυλλιανός (τέλος β΄ αιώνος). Το Χρίσμα δεν δίδεται προ της ηλικίας των επτά ετών, εκτός θανάτου. Έτσι δεν μπορούν και να κοινωνήσουν οι μικρές ηλικίες.


--Το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

α) Τα άζυμα. Ο Παπισμός μεταχειρίζεται άζυμο άρτο για την τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας και όχι ένζυμο όπως είναι το σωστό.

β) Ο χρόνος καθαγιάσεως. Η καθαγίαση των Τιμίων Δώρων τελείται με την εκφώνηση των συστατικών του Μυστηρίου λόγων του Κυρίου: «Λάβετε φάγετε…» και «πίετε εξ αυτού…» ενώ στην Ορθόδοξη Εκκλησία η καθαγίαση του άρτου και του οίνου και η μεταβολή σε σώμα και αίμα Χριστού τελείται με την επίκληση του Αγίου Πνεύματος: «Και ποίησον τον μεν Άρτον τούτον, τίμιο Σώμα του Χριστού Σου», «το δε εν τω ποτηρίω τούτω τίμιον Αίμα του Χριστού Σου», «Μεταβαλών τω Πνεύματί Σου τω Αγίω».

γ) Η αποχή των Λατίνων λαϊκών εκ του Αγίου Ποτηρίου. Ο Παπισμός εδογμάτισε, ότι μόνο οι ιερουργούντες κληρικοί δικαιούνται της υπ’ αμφότερα τα είδη θείας Κοινωνίας. Οι μη λειτουργούντες κληρικοί και λαϊκοί επιτρέπεται μόνο του «Σώματος» και όχι του «Αίματος» του Κυρίου.

δ) Η αποχή της νηπιακής και παιδικής ηλικίας εκ της Θείας Ευχαριστίας. Ο Παπισμός και εδώ καινοτομών, απεστέρησε της Θείας Ευχαριστίας τα νήπια και τα στερούμενα επαρκούς κρίσεως παιδιά, ως μη ικανά ακόμη να διακρίνουν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου.


―Το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου. Ο Παπισμός τελεί το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου μόνο χάριν των ευρισκομένων επί της επιθανάτιου κλίνης πιστών. Τελευταία βέβαια διαφοροποιήθηκε η τακτική του και το δίνει και στους ασθενείς.


--Η ενέργεια των μυστηρίων. Διδάσκει ότι η ενέργεια αυτή είναι μηχανική, δίδεται δηλαδή κατά μαγικό τρόπο και δεν εξαρτάται από τη διάθεση, την ανταπόκριση, την προετοιμασία του πιστού, ή και την βιολογική κατάσταση του –αν είναι νεκρός ή ζωντανός-, γι’ αυτό υπάρχουν και τα συγχωροχάρτια για ζωντανούς και νεκρούς.


― Ως προς τους κληρικούς:

Χειροτονεί τους κληρικούς διά χρίσματος, ενώ η Εκκλησία χειροτονεί τους μεν διακόνους και πρεσβυτέρους δια επιθέσεως των χειρών των επισκόπων, τους δε επισκόπους διά επιθέσεως του ευαγγελίου.

Απέδωσε στο ιερατείο πνευματικές ιδιότητες που δεν έχει. Ενώ οι κληρικοί σε μας τελούν τα μυστήρια εξ ονόματος του Θεού και δια της θείας χάριτος με την οποία είναι περιβεβλημένοι, σ’ αυτούς και σε ορισμένα μυστήρια (βάπτισμα, χρίσμα, εξομολόγηση) θεωρείται ότι τα τελούν με τη δική τους αξία. Δεν λένε «βαπτίζεται», «χρίεται», «συγχωρήσοι σοι δι’ εμού του αμαρτωλού» όπως εμείς, αλλά «βαπτίζω», «χρίω», «συγχωρώ».

Δημιούργησε τον βαθμό των καρδιναλίων δηλαδή των κληρικών (επισκόπων, πρεσβυτέρων, διακόνων) που αποτελούν την παπική αυλή. Οι καρδινάλιοι είναι ανώτεροι των επισκόπων και για να διακρίνονται φορούν ενδύματα ερυθρά. Αυτοί εκλέγουν τον Πάπα και όχι οι επίσκοποι. (Σύνοδος Ρώμης, που συνεκλήθη το 1059, κατέστησε την εκλογή του Πάπα αποκλειστικό προνόμιο των καρδιναλίων, για ν’ αποφευχθούν οι προσπάθειες του αυτοκράτορα και των ευγενών ν’ αναδεικνύουν Πάπα της εκλογής τους. Ενισχύει έτσι τον παποκαισαρισμό αλλά και τον απολυταρχισμό του παπισμού, περιορίζοντας την διοίκηση στην παπική αυλή). Με άλλα λόγια ο παπισμός θεσμοποίησε επίσημα το φαινόμενο της κλίκας!

Εισήγαγε την υποχρεωτική γενική αγαμία του λατινικού κλήρου.


―Τα αγάλματα των Λατινικών ναών. Άλλη καινοτομία, που αφορά το εσωτερικό των ναών, είναι η χρήση αγαλμάτων. Ενώ η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος λέγει να κατασκευάζονται εικόνες «από χρώματα, από ψηφία και από ύλην επιτηδείαν… επάνω εις τα ιερά σκεύη και εσθήτας και σινδόνας και πανία· επάνω εις τοίχους και σανίδια», δεν αναφέρει καθόλου περί κατασκευής αγάλματος ή ανδριάντος.

Αλλά και η Δυτική θρησκευτική ζωγραφική είναι καθαρά ανθρωποκεντρική και νατουραλιστική. Κυριαρχείται από την φυσικότητα και τον ρεαλισμό, από τον παρόντα κόσμο και από τον νυν αιώνα. Επηρεάζεται από τις αρχές της Αναγεννήσεως παρά από την θεολογία των πατέρων της Εκκλησίας. Παρουσιάζει τις φυσιογνωμίες στην πραγματική-φυσική τους διάσταση όπως και το περιβάλλον. Επιζητεί την αισθητική εγκόσμια συγκίνηση και όχι την κατάνυξη και την μεταρσίωση του ανθρώπου. Υπάρχει πλήρες διαζύγιο της ζωγραφικής με το δόγμα και δεν υπάρχει καμμία επιστασία της θρησκευτικής αρχής. Η σύνοδος της Φρανκφούρτης (794), η οποία καταδίκασε τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, θεωρεί τη ζωγραφική ως απλό στοιχείο διακοσμήσεως των ναών και εποπτικής διδασκαλίας των πιστών. Δεν αποδίδει δογματική, θεολογική και λειτουργική σημασία στην τέχνη. Γι’ αυτό οι ζωγράφοι της αφέθηκαν εντελώς ελεύθεροι και ασύδοτοι να κάνουν ό,τι θέλουν. Φθάσανε στο κατάντημα να ζωγραφίζουν τους αγγέλους, το Χριστό, την Παναγία και τους αγίους έχοντας ως πρότυπα φυσικά μοντέλα ή και τις ερωμένες τους (Filipo Lipp (1406-1469), ο Ραφαήλ (1483-1520), ο Rubens (1577-1640). Επίσης ο Μιχαήλ Άγγελος και άλλοι τινές ζωγράφισαν κάτω από τις επιδράσεις του ομοφυλοφιλικού πάθους τους (πρβλ. εικονογραφίες Καπέλας Σιξτίνας)


―Η εκκοσμίκευση του Παπισμού. Με την εισαγωγή χορών, μουσικών οργάνων, μουσικών εκδηλώσεων κ.λ.π.


―Η νηστεία. Οι νηστείες των Παπικών είναι ελαφρότερες των νηστειών των Ορθοδόξων. Παλιότερα απαγόρευαν μόνο το κρέας. Τώρα όμως έχουν καταργήσει και αυτή την απαγόρευση.


―Κατάργηση ιερών κανόνων. Το Βατικανό προ πολλού απέρριψε τους περισσότερους ιερούς κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων και εμόρφωσε δικό του Κανονικό Δίκαιο, για να πορευθεί ελεύθερο την οδό την άγουσα σε κάθε είδους καινοτομίες.


―Υποτίμηση των δογματικών διαφορών και της μοναδικότητας της Χριστιανικής Πίστεως. Οι σύγχρονοι παπικοί θεολόγοι, προς εξυπηρέτηση της φιλοενωτικής πολιτικής του Βατικανού, που απορρέει από το κίνημα της παγκοσμιοποιήσεως που προωθούν οι ισχυροί της γης και όχι από την ανάγκη ενώσεως του κόσμου εν Χριστώ, χαρακτηρίζουν ως ανύπαρκτες τις περισσότερες των δογματικών διαφορών μεταξύ Ορθοδοξίας και Παπισμού. Τις θεωρούν απλώς ως θεολογούμενα ζητήματα ή ως νόμιμες εκφράσεις της ιδίας πίστεως, που εμπλουτίζουν τη χριστιανική παράδοση. Συγκαλούν συνεχώς πανθρησκειακά συνέδρια στα οποία τονίζεται ότι όλες οι θρησκείες λατρεύουν τον ίδιο Θεό, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο, και προσπαθούν να επιτύχουν μία παγκόσμια διαθρησκειακή ένωση με αρχηγό τον πάπα. Γι’ αυτούς πρωταρχικό ρόλο έχουν οι πολιτικοί σχεδιασμοί και οι εγκόσμιες σκοπιμότητες της Νέας Τάξεως. Και προσπαθούν να διασώσουν το χαμένο κύρος τους και την μειωμένη επιρροή τους προσχωρώντας σ’ αυτή τη Νέα Τάξη. Δυστυχώς η πρακτική αυτή των Παπικών όπως και ανάλογες τάσεις των Αγγλικανών και Προτεσταντών αρχίζουν να υιοθετούνται και από εμάς τους Ορθοδόξους.


―Η διδασκαλία περί της κληρονομήσεως της ενοχής του προπατορικού αμαρτήματος. Κατά την ορθόδοξη διδασκαλία κληρονομούμε αναπόφευκτα την αμαρτωλή κατάσταση που προέκυψε από το προπατορικό αμάρτημα, όχι όμως την ενοχή, αφού δεν ήταν δικό μας πταίσμα.


―Η διδασκαλία περί του απολύτου προορισμού. Έχει τις αρχές της στο χώρο της Δυτικής (εκκλησίας) αν και δεν κατέστη επίσημο δόγμα του Παπισμού. Την παρουσίασε πρώτα ο Αυγουστίνος, την περιέγραψε ο Θωμάς Ακινάτης και μετά πέρασε στο χώρο του Προτεσταντισμού αναδεικνυόμενη σε βασικό δόγμα του. Κατ’ αυτήν όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί από τη φύση τους και ανεπίδεκτοι προόδου. Όμως ο Θεός εκλέγει μερικούς απ’ αυτούς και τους σώζει σύμφωνα με τις ανεξερεύνητες βουλές του. Η διδασκαλία περί απολύτου προορισμού, που όπως είδαμε έχει την αρχή της στα συγγράμματα παπικών θεολόγων, είναι «η μεγαλύτερη θεολογική ρατσιστική αντίληψη όλων των εποχών» (Ιερόθεος Βλάχος, επίσκοπος Ναυπάκτου) και «η θεωρία κατά την οποία «η δικαιοσύνη γίνεται βαναυσότητα και η χάρη καταντά αυθαιρεσία» (Μάριος Μπέγζος, καθηγητής Θεολογικής Σχολής Αθηνών).


― Περί της άκτιστου ουσίας και των άκτιστων ενεργειών του Θεού. Η βασική διαφορά μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και του Παπισμού ευρίσκεται στην ταύτιση υπό του Παπισμού της άκτιστου ουσίας και των άκτιστων ενεργειών του Θεού και επιπλέον στο ότι αποδίδει κτιστές ενέργειες στον Θεό. Κτιστές ενέργειες όμως έχουν μόνο τα κτίσματα. Έτσι το άκτιστο φως της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας οι Παπικοί το θεωρούν κτιστό.


―Η διαφορά μεταξύ ησυχαστικής και σχολαστικής θεολογίας. Στην Δύση αναπτύχθηκε ο σχολαστικισμός, ως προσπάθεια διερεύνησης όλων των μυστηρίων της πίστεως με την λογική, ενώ στην Ορθόδοξη Εκκλησία επικρατεί ο ησυχασμός, δηλαδή η κάθαρση της καρδιάς και ο φωτισμός του νου, για την απόκτηση της γνώσεως του Θεού.


―Η άποψη περί της ενιαίας μεθοδολογίας, για την γνώση του Θεού και των κτισμάτων, η οποία οδήγησε στην σύγκρουση μεταξύ θεολογίας και επιστήμης. Η θεολογία είναι επιστήμη και μάλιστα θετική, διότι έχει γνωστικό αντικείμενο το Θεό και χρησιμοποιεί επιστημονική μέθοδο. Έχει την παρατήρηση-θέαση των ακτίστων ενεργειών του Θεού και χρησιμοποιεί το πείραμα, αφού υπάρχει δυνατότητα επαναλήψεως της εμπειρίας της θεώσεως, που έχουν οι επιστήμονες της πίστεως, οι άγιοι. Θεολογία και επιστήμη δεν συγκρούονται, γιατί έχουν διαφορετικό γνωστικό αντικείμενο και διαφορετικά πεδία έρευνας. Η επιστήμη απαντά στο πως και η θεολογία στο γιατί. Στην Ορθοδοξία η έρευνα του ακτίστου Θεού γίνεται από τη θεολογία, ενώ η έρευνα της κτίσεως γίνεται από την επιστήμη. Η γνώση του Θεού είναι υπερφυσική και πραγματοποιείται με τη κάθαρση της καρδιάς (Ψαλμ. 50,12), ενώ η γνώση του κόσμου είναι φυσική και πραγματοποιείται με την επιστημονική έρευνα.


―Οι λειτουργικές καινοτομίες γενικά σε όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας. Θέσπισε τις πολλές θείες λειτουργίες στην ίδια αγία Τράπεζα και την ίδια μέρα. Εισήγαγε νέες τελετές και εορτές, όπως την εορτή της αγίας δωρεάς και της ιεράς καρδίας του Ιησού. Κατάργησε την επίκληση κατά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων και αρκέσθηκε στους ιδρυτικούς λόγους του Χριστού δια το μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Κατάργησε επίσης τις μνήμες αρκετών αγίων.


―Το σημείο του Σταυρού. Και αυτό το άλλαξαν οι Παπικοί. Ενώ εμείς οι Ορθόδοξοι ενώνουμε τα τρία δάχτυλα, που συμβολίζουν την Αγία Τριάδα και τα δύο διπλωμένα την θεία και ανθρώπινη φύση του Χριστού, αυτοί το κάνουν με όλη την παλάμη και εξ αριστερών προς τα δεξιά.


―Η συνεχής πρόοδος της Εκκλησίας στην ανακάλυψη των πτυχών της αποκαλυπτικής αλήθειας. Με τη θεωρία αυτή θέλουν να δικαιολογήσουν τα δόγματά τους, που θεσπίσθηκαν πολύ αργότερα και που δεν υπήρχαν στην αρχαία αδιαίρετη Εκκλησία.

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Από τον ιστοχώρο ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ